ΚΡΉΤΗ
Τα παραδοσιακά γαϊδουράκια της Κρήτης είναι πλέον ένα υπό εξαφάνιση είδος
Η λέξη “γαϊδούρι” χρησιμοποιείται μεταφορικά για να περιγράψει τον αγενή ή αναίσθητο άνθρωπο. Είναι μια παρομοίωση που εμμέσως προσβάλλει τα όμορφα αυτά τετράποδα, καθώς η αγροτική ζωή της Ελλάδας έχει συνδυαστεί με την εμφάνιση αυτού του ζώου.
Σε εποχές που η φτώχια και η πείνα ήταν τα κύρια ζητούμενα των καιρών, το γαϊδούρι ή ο όνος, εάν προτιμάτε, αποτελούσε για πολλούς το μοναδικό μέσο μεταφοράς. Ήταν το μέσο μεταφοράς των κοινωνικά καταπιεσμένων, των φτωχών και των αγροτών. Το γάλα του γαϊδουριού, από την άλλη, έχει καθιερωθεί στην κοινή συνείδηση ως το γάλα που περιέχει τα περισσότερα θρεπτικά συστατικά συγκριτικά με το αγελαδίσιο, το κατσικίσιο ή και το πρόβειο.
Το γαϊδούρι είναι ένα ζώο της επαρχίας και μέσα από αυτό το ζώο αποτυπώνονται η ιστορία και ο πολιτισμός της υπαίθρου. Ωστόσο, ο αριθμός των γαϊδουριών στην Ελλάδα συνεχώς περιορίζεται. Αυτό μας είπε και ο κ. Αλέκος Στεφανάκης, κτηνίατρος-ερευνητής και πρόεδρος του Παραρτήματος Κρήτης του ΓΕΩΤΕΕ, ο οποίος μέσα από τη “Νέα Κρήτη” ανέφερε χαρακτηριστικά: «Η εξέλιξη της τεχνολογίας έχει τα καλά και τα κακά της. Το γαϊδούρι συνεχίζει να είναι ένα ζώο εργασίας στις αναπτυσσόμενες χώρες. Μέχρι το 1975, ο αριθμός των γαϊδουριών ήταν αρκετά μεγάλος. Δεν έχουμε ακριβή στοιχεία που μας δείχνουν τον αριθμό των όνων, γιατί η μείωση είναι δραματική. Στην Κρήτη, ο όνος είναι είδος μουσειακό, όπου προσπαθούν κάποιοι ρομαντικοί να τον αξιοποιήσουν για περιπάτους και εκπαιδευτικές δραστηριότητες. Προσπαθούν να διαιωνίσουν αυτό το είδος και να το διατηρήσουν. Είναι κάτι πολύ δύσκολο».
Άμεσο συμπέρασμα των παραπάνω δηλώσεων είναι πως ο γάιδαρος αξιοποιείται μόνο σε χώρους όπου υπάρχει ψυχαγωγική ή εκπαιδευτική δραστηριότητα. Έχει μετατραπεί σε μια γραφική φιγούρα, που πολλοί ταξιδιώτες θέλουν να θαυμάσουν αλλά και να ταξιδέψουν, βγάζοντας φωτογραφίες μαζί της.
Όπως μας λέει ο κ. Στεφανάκης, ένας άλλος λόγος διατήρησης του συγκεκριμένου ζώου είναι το γάλα που παράγει, καθότι είναι πλούσιο σε σημαντικά στοιχεία που έχει ανάγκη ο οργανισμός μας. Το γάλα γαϊδούρας είναι πλούσιο σε ανοσοσφαιρίνη και ως εκ τούτου βοηθά το ανθρώπινο σώμα να προστατευτεί από πολλές ιογενείς και βακτηριακές λοιμώξεις, ενώ κανείς δεν ξεχνάει και τα μπάνια της πριγκίπισσας Κλεοπάτρας της Αιγύπτου μέσα σε γάλα γαϊδούρας, προκειμένου να έχει πιο όμορφο δέρμα. Ωστόσο, η συγκεκριμένη παραγωγή συναντά εμπόδια, καθότι απαιτεί επιστημονική γνώση και εξειδικευμένο ανθρώπινο δυναμικό, δεδομένου πως είναι ένα ζώο που απαιτεί ιδιαίτερη προσοχή και φροντίδα.
«Μια δεύτερη προσπάθεια που έχει γίνει, αλλά νομίζω πως δεν έχει φέρει τα αναμενόμενα αποτελέσματα, είναι η παραγωγή γαϊδουρίσιου γάλακτος. Είναι μια δραστηριότητα που θέλει πάρα πολύ καινούργια επιστημονική γνώση για να μπορεί μια τέτοια δουλειά να είναι βιώσιμη. Έτσι έχουμε αυτό το υπέροχο ζώο, που παλαιότερα αξιοποιούταν ως μέσο μεταφοράς για τις αγροτικές, και όχι μόνο, οικογένειες».
Ο κ. Στεφανάκης είπε, μεταξύ άλλων, πως η εισοδηματική κατάσταση του ατόμου ήταν σε άμεση συνάρτηση με το είδος του τετράποδου που θα είχε ως μέσο μεταφοράς. Ο πλούσιος είχε το άλογο, ενώ ο φτωχός είχε το γαϊδουράκι του. Έτσι εξηγείται και το γεγονός πως ο αριθμός των γαϊδάρων της δεκαετίας του 1940-1950 ξεπερνούσε τις 500.000, σύμφωνα με εκτιμήσεις ερευνητών.
«Οι πλούσιοι είχαν τα άλογα, οι δεύτεροι σε εισοδηματική κατάσταση είχαν τα πουλάρια και ο κοινός κόσμος είχε τα γαϊδούρια, που χρησιμοποιούνταν προς πάσα κατεύθυνση. Με την ανάπτυξη των μηχανημάτων και την “άνοιξη” της οδοποιίας, το ζώο έχασε τη χρηστικότητά του, με αποτέλεσμα να έχει γίνει είδος πολυτελείας», είπε στη “Νέα Κρήτη” ο κ. Στεφανάκης.
Οι λόγοι για τους οποίους το γαϊδούρι δε χρησιμοποιείται πλέον είναι πολλοί και διάφοροι. Η ενσωμάτωση της τεχνολογίας στην εργασία και παραγωγή, αλλά και η ευκολία μεταφοράς των ανθρώπων με τα αυτοκίνητα έχουν κάνει το γαϊδούρι ένα δυσεύρετο είδος στην Ελλάδα.
«Το θέμα της μετακίνησης των ανθρώπων στις πόλεις δεν είναι πλέον πρόβλημα. Το δεύτερο είναι πως δε χρειάζεται ένας αγρότης το γαϊδούρι να κάνει τη δουλειά του. Έχει το αυτοκίνητο ή το τρακτέρ. Έχει άλλα μέσα. Το γαϊδούρι χρησιμοποιείται κυρίως από επιχειρηματίες που ασχολούνται με την ιππασία ή με εκδρομές. Τέτοιες επιχειρήσεις έχουν το γαϊδούρι. Στα χωριά σπάνια θα δούμε ανθρώπους με γάιδαρο. Και αυτοί οι άνθρωποι είναι ηλικιωμένοι και δε γνωρίζουν να οδηγούν», επισήμανε ο κ. Στεφανάκης.
Πολλοί έχουν υποστηρίξει πως ο περιορισμένος αριθμός γαϊδουριών οφείλεται στη δυσκολία αναπαραγωγής του. Κάτι τέτοιο δεν ισχύει, όπως μας είπε ο πρόεδρος του Παραρτήματος Κρήτης του ΓΕΩΤΕΕ. Η μη διαιώνιση του συγκεκριμένου είδους οφείλεται κατά βάση σε οικονομικά κριτήρια.
«Αναπαράγεται εύκολα. Γενικά όμως, επειδή δεν έχει χρόνο ο κόσμος, δε θέλει να ασχολείται με την αναπαραγωγή του είδους και προχωρούν σε ευνουχισμούς για τα αρσενικά, ώστε να είναι πιο ήρεμα, με αποτέλεσμα να μην υπάρχει ενδιαφέρον για την αναπαραγωγή του είδους. Δεν υπάρχει ενδιαφέρον οικονομικό για τη διαιώνιση του συγκεκριμένου είδους», υπογράμμισε χαρακτηριστικά ο κτηνίατρος-ερευνητής.
Έκκληση: Προσπάθειες για τη διατήρηση του αξιαγάπητου τετράποδου
Τέλος, ο κ. Αλέκος Στεφανάκης μέσα από τη “Νέα Κρήτη” κάνει έκκληση προς όλους, ώστε να υπάρξει μια σοβαρή προσπάθεια με σκοπό την προστασία του τόσο αξιαγάπητου τετράποδου.
Συγκεκριμένα είπε: «Νομίζω ότι, όπως κάναμε πριν μερικά χρόνια μια προσπάθεια για να διατηρήσουμε το υπό εξαφάνιση άλογο της Κρήτης (το άλογο της Μεσαράς), κάτι ανάλογο πρέπει να συμβεί και με το γαϊδούρι. Υπάρχει σημαντικός αριθμός. Υπάρχουν αρκετοί άνθρωποι που ασχολούνται. Ο όνος έχει μπει σε μια άλλη διαδικασία αναβίωσης και διατήρησης και εξέλιξης του είδους. Το γαϊδούρι είναι ένα είδος που προοπτικά θα χρειαστεί να στολίσει και να βάλει τη δική του παρουσία στην ύπαιθρο. Εάν θέλουμε να μιλήσουμε για εναλλακτικές μορφές τουρισμού (περιπατικούς, αγροτουρισμός), είναι ένα είδος ζώου που μπορεί να δώσει μια ταυτότητα και όνομα στην όλη προσπάθεια. Πρέπει να ξεκινήσουν κάποιες προσπάθειες. Πιθανόν θα έπρεπε το ίδιο το υπουργείο να χρηματοδοτήσει τη διατήρηση των ζώων υπό εξαφάνιση. Να προωθηθεί η διατήρησή τους και να διατηρηθεί το γενετικό υλικό του, ώστε να μη φύγει από αυτόν τον τόπο».
Πηγή: neakriti.gr