Ακόμη και αυτοί οι οποίοι δεν γνωρίζουν τι σημαίνει η λέξη «μιτάτα», είναι σχεδόν σίγουρο πως έχουν συναντήσει κάποια αν έχουν εξερευνήσει λίγο τα ορεινά της Κρήτης. Σε κάθε βουνό του νησιού, μικρό ή μεγάλο σε υψόμετρο, οι περισσότεροι χωματόδρομοι οδηγούν σε τέτοια πέτρινα κτίσματα. Είτε είναι φτιαγμένα σε κοιλώματα βράχων είτε στέκουν άρτια εναρμονισμένα με την φύση σε κάποια κορυφή, τα μιτάτα είναι εντυπωσιακά παρά την απλότητά που τα χαρακτηρίζει.
Γράφει ο Αντώνης Τσαλίκης για το Daynight.gr
Τα μιτάτα είναι χωρίς αμφιβολία απόλυτα συνδεδεμένα με την ποιμενική ζωή στις ορεινές περιοχές της Κρήτης όπου εδώ και αιώνες δραστηριοποιούνται κτηνοτρόφοι. Παρά τις αντίξοες συνθήκες κατά την διάρκεια του Χειμώνα, αυτές οι κατασκευές με τις πανάρχαιες «ρίζες» συνεχίζουν να στέκονται ακλόνητες. Εμείς σήμερα κοιτάζοντας τα μιτάτα, δεν έχουμε παρά να θαυμάζουμε τον τρόπο με τον οποίο πάντα ο άνθρωπος έβρισκε λύσεις στα προβλήματα του αλλά και την απόλυτη αρμονία με την φύση που χάνεται όλο και περισσότερο τις τελευταίες δεκαετίες.
Η λέξη μιτάτα ανά τους αιώνες
Η λέξη μιτάτα έχει πράγματι βαθιές «ρίζες» στον χρόνο καθώς προέρχεται από την λατινική γλώσσα και πιο συγκεκριμένα τη λέξη metatum που σημαίνει στρατιωτικό κατάλυμα. Σε ολόκληρη την ρωμαϊκή περίοδο η λέξη metatum χαρακτήριζε τις αρχέγονες ξερολιθικές, θολωτές κατασκευές που είχαν χρήση κατοικίας στρατιωτών ή καταφυγίου από ακραίες καιρικές συνθήκες. Στο πέρασμα των αιώνων, οι βυζαντινοί κληρονόμησαν τα «μιτάτα» και την χρήση της λέξης δίνοντας περισσότερο την έννοια του προσωρινού καταλύματος στο βουνό. Επιπλέον, την βυζαντινή περίοδο, μιτάτο σήμαινε και η υποχρέωση των μόνιμων κατοίκων να προσφέρουν στέγη και τροφή σε κρατικούς υπαλλήλους που ταξίδευαν από περιοχή σε περιοχή. Στις ημέρες μας και ιδιαίτερα στην Κρήτη, μιτάτο σημαίνει κατά κύριο λόγο το ορεινό κατάλυμα των βοσκών.
Η ιστορία των μιτάτων
Σχεδόν όλοι οι ιστορικοί και αρχαιολόγοι συμφωνούν στην καταγωγή των μιτάτων. Οι ομοιότητες αυτών των κτισμάτων τόσο μορφολογικά όσο και τυπολογικά με τους θολωτούς τάφους της Μινωικής περιόδου, δεν αφήνουν πολλά περιθώρια αμφισβήτησης αυτής τη άποψης. Η χρονολόγηση ωστόσο των μιτάτων είναι πολύ δύσκολη καθώς αυτά πιθανότατα γκρεμίζονταν και ξαναφτιάχνονταν με το ίδιο δομικό υλικό που βρέθηκε στην εκάστοτε περιοχή. Η λύση για την σχετική χρονολόγηση κατασκευής ή ανακατασκευής των μιτάτων από τους ειδικούς δίνεται με βάση τα ακιδογραφήματα στα ανώφλια τους (οριζόντιο δοκάρι που αποτελεί το πάνω μέρος ενός ανοίγματος τοίχου και συγκρατεί την τοιχοποιία) ή τις παραστάδες (οι «στήλες» που εκτείνονται από το πάτωμα μέχρι την ταβάνι του κτίσματος).
Στην Κρήτη αυτά τα αρχέγονα θολωτά κτίσματα γνώρισαν μεγάλη διάδοση από πολύ νωρίς στην ιστορία. Αν και ορισμένοι έχουν υποστηρίξει κατά περιόδους πως ήταν ένα στοιχείο που είχε «εισαχθεί» από την ζωή άλλων μεσογειακών λαών την περίοδο που το νησί είχε σημαντικούς εμπορικούς δεσμούς, αυτή θεωρία σταδιακά απορρίφτηκε.
Ο σημαντικότερος λόγος είναι πως αυτή η μορφή κυψελοειδούς θολωτής κατασκευής με το εκφορικό σύστημα, κατά την περίοδο που συναντιέται σε διαφορετικούς πολιτισμούς της Μεσογείου κατά το τέλος της 3ης χιλιετηρίδας και αρχές της 2ης, είναι τόσο πιο εξελιγμένη στην Κρήτη που αποδεικνύεται πως υπάρχει η σχετική κατασκευαστική γνώση «κατακτημένη» μέσα από την εμπειρία των ανθρώπων. Επίσης, την περίοδο που άλλοι λαοί χρησιμοποιούν το πρωτόγονο θολωτό κτίσμα ως κατοικία τους, οι Μινωίτες το χρησιμοποιούσαν για ταφική χρήση, ενώ παράλληλα είχαν κάνει μεγάλη ποιοτική πρόοδο στην αντίληψή τους για το χώρο καθημερινής διαβίωσης και έχτιζαν ακόμη και ανάκτορα ή επαύλεις για στέγαση.
Αρχιτεκτονική και τρόπος κατασκευής
Τα μιτάτα είναι συνήθως ξερολιθικές κατασκευές με θόλο οι οποίες έχουν μορφή κόλουρου κώνου. Υπάρχουν βέβαια και αρκετά μιτάτα σε περιοχές όπως για παράδειγμα στα Αστερούσια Όρη όπου το σχήμα τους είναι πιο τετραγωνισμένο, ορθογώνιο ή ακόμη και ακαθόριστο που ακολουθάει το φυσικό ανάγλυφο. Στις περισσότερες περιπτώσεις πάντως, ο θόλος είναι χτισμένος σύμφωνα με το εκφορικό σύστημα ώστε κάθε στρώση να εξέχει λίγο περισσότερο προς το εσωτερικό του θόλου από την αμέσως κατώτερή της. Στην κορυφή τους προεξέχει ένας πολύ χαμηλός κώνος που αποτελεί τη «στέψη» του θόλου ο οποίος και εξέχει πολύ λίγο από τον κυρίως κορμό του μιτάτου.
Τα μιτάτα της Κρήτης μπορεί να είναι είτε μεμονωμένα με μια μικρή «αυλή» που χρειάζεται για βοηθητικές εργασίες είτε αποτελούν σύνολο με ένα ή περισσότερα μιτάτα. Στα υπόλοιπα μιτάτα, οι κτηνοτρόφοι για γενεές ολόκληρες φυλάσσουν τα τυριά και τα αφήνουν να ωριμάσουν. Αυτό το μιτάτο συγκεκριμένα ονομάζεται «κλειδόσπιτο ή τυροκέλι». Επίσης, σε πολύ κοντινή απόσταση από το μιτάτο βρίσκεται η «μάντρα» όπου φυλάγονται τα πρόβατα. Διάφοροι άλλοι χώροι βοηθητικής χρήσης μπορεί να είναι ο «κούμος» δηλαδή μια μικρή κρύπτη και κάποιο υπαίθριο «καθιστικό» το οποίο χρησιμοποιείται και σαν τραπεζαρία για το φαγητό ή για τις ελάχιστες ελεύθερες ώρες από την κοπιαστική εργασία.
Στο εσωτερικό του κυρίως μιτάτου υπάρχει πάντα μια εστία που συνήθως είναι τοποθετημένη στο κέντρο του χώρου και κάποιες πεζούλες ώστε να μπορεί κάποιος να κάτσει ή και να κοιμηθεί. Στη κορυφή του θόλου υπάρχει μια μικρή τρύπα, ο «ανηφοράς», διαμέτρου περίπου 20 – 30 εκ., απ’ όπου μπαίνει φως και φεύγει ό καπνός όταν καίει φωτιά. Όσον αφορά την είσοδο του μιτάτου, είναι πανομοιότυπη με αυτή των μινωικών θολωτών τάφων, δηλαδή αποτελείται από μονόλιθους. Η θεμελίωση του μιτάτου γίνεται σχεδόν σε όλες τις περιπτώσεις σε συμπαγή και επίπεδο βραχώδη χώρο ώστε να είναι εύκολη η εξόρυξη και η μεταφορά της πρώτης ύλης. Όταν ολοκληρωθεί η ισοπέδωση της περιοχής και η αποχωμάτωση που είναι απαραίτητη, αρχίζει το χτίσιμο της κατασκευής.
Η ζωή των βοσκών στα μιτάτα
Όπως είναι εμφανές από όλα τα παραπάνω χαρακτηριστικά των μιτάτων και την μακρά ιστορία τους, όλοι αντιλαμβάνονται πως ουσιαστικά ήταν σαν ένα δεύτερο σπίτι για του κτηνοτρόφους. Μπορεί πλέον οι ανέσεις να είναι δεδομένες για τους σύγχρονους κατοίκους των ορεινών περιοχών του νησιού, αλλά για αιώνες τα μιτάτα ήταν πολυχώροι που πρόσφεραν λύσεις σε προβλήματα. Σε εποχές δύσκολες, τα μιτάτα αποτελούσαν τα μέρη που κοιμόντουσαν οι κτηνοτρόφοι, που ετοίμαζαν τα διάφορα τυριά και φυσικά ζούσαν στιγμές καθημερινότητας με φίλους και μέλη της οικογένειας.
Προστατευμένοι κατά πολύ από τους έντονους βοριάδες του νησιού, το χιόνι στα μέσα του Χειμώνα και φυσικά τον αδυσώπητο ήλιο του καλοκαιριού, οι Κρητικοί μέχρι και σήμερα γνωρίζουν καλά πόσο σημαντικό «καταφύγιο» είναι το μιτάτο τους. Όσο απλή και αν είναι η κατασκευή, τα υλικά και γενικά ο χαρακτήρας τους, τόσο πολλές μπορεί να είναι οι διευκολύνσεις σε άγονα μέχρι που είναι εκτεθειμένα στο καιρό. Τα πέτρινα τοιχώματα κράταγαν την θερμοκρασία στο εσωτερικό, ο αέρας έκοβε σχεδόν απόλυτα και η εστία φωτιάς που έκαιγε στο κέντρο πρόσφερε συνθήκες για μερική χαλάρωση, άνεση εργασιών και όπως είπαμε ύπνο τα βράδια.
Στα μιτάτα γενικά ο κτηνοτρόφος δεν ήταν μόνος. Ουσιαστικά οι αρχέγονες αυτές κατασκευές συνδέονταν άμεσα με τους κοινωνικούς δεσμούς και την συνεργασία αρκετών ατόμων που ασχολούνταν με τα ζώα και την τυροκομεία. Έτσι, για να «στηθεί» ένα μιτάτο έπρεπε το κοπάδι των ζώων να είναι πάνω από 150 περίπου ζώα τα οποία ήταν πολλά για τις παλιές εποχές. Για το λόγο αυτό οι άνθρωποι που είχαν κοινά συμφέροντα συνεργάζονταν σε εποχιακούς συνεταιρισμούς των 5-8 συνήθως ατόμων και ένωναν τα μικρότερα κοπάδια τους. Στόχος η αλληλοβοήθεια και η μεγαλύτερη παραγωγή στο τέλος της περιόδου σε σύγκριση με την μονομερή προσπάθεια του καθενός.
Στο μιτάτο έφερναν λοιπόν όλοι τις γνώσεις τους, τα εργαλεία τους και βεβαίως πάνω από όλα την καλή θέληση για σωστές επαγγελματικές σχέσεις που θα διαρκούσαν για χρόνια. Μπορεί να μην ήταν πάντα όλα ιδανικά στις συνεργασίες, αλλά η «ζύμωση» που έβγαινε από αυτές τις προσπάθειες είχε πολλά οφέλη για τις τοπικές κοινωνίες της Κρήτης.