Διαβάζοντας τον τίτλο, μόνο κάποιοι αναγνώστες μεγαλύτερης ηλικίας μπορούν να καταλάβουν τι είναι ακριβώς η «ακολιά». Η φυσική «τσίχλα» της Κρήτης που λαχταρούσαν οι παππούδες μας στους αγρούς πριν από αρκετές δεκαετίες, σήμερα είναι απλά μια ρομαντική ανάμνηση. Μπορεί φυσικά να συνεχίζει να παράγεται ελεύθερα στην Κρητική γη, αλλά ο σύγχρονος τρόπος ζωής έχει αλλάξει εντελώς τις καθημερινές συνήθειες των παιδιών που πλέον αδιαφορούν ακόμη και για τις τσίχλες που βρίσκουν εύκολα στα περίπτερα. Η ιστορία της ακολιάς ή «κόλλας» πάντως μας προσφέρει ένα «ταξίδι» στο παρελθόν του νησιού…
Γράφει ο Αντώνης Τσαλίκης για το Daynight.gr
Το αγκαθωτό φυτό Ακόλια ή Carlina Gummifera για τους γεωπόνους, μπορεί σήμερα για εμάς να είναι ουσιαστικά αδιάφορο, αλλά δεν ίσχυε καθόλου το ίδιο και για τα παιδιά στην Κρήτη πριν από πολλά χρόνια. Τότε έψαχναν στα χωράφια των χωριών τον «χυμό» που έβγαζαν τα συγκεκριμένα φυτά πριν ανακαλυφθούν οι σύγχρονες τσίχλες. Τα μικρά ήξεραν πως η παχύρευστη ουσία που έβγαινε σταδιακά κατά την άνθιση του φυτού, έπηζε όσο χρειαζόταν για να μπορεί να μασηθεί άνετα όπως και ευχάριστα λόγω του ωραίου της αρώματος. Τίποτε δεν περιέγραφε την αυθεντική χαρά των κρητικόπουλων όταν απολάμβαναν αυτές τις «τσίχλες» με την φρουτώδη γεύση που έμοιαζε κάπως με την γνωστή μας μαστίχα.
Μπορεί να ήθελε λίγο προσοχή για να βγάλουν τον παχύρευστο χυμό της ακολιάς που ήταν γεμάτη αγκάθια, αλλά άξιζε το κόπο. Ακόμη και αν η «κόλλα» ήταν μικρή σαν ρεβύθι, σημασία είχε πως την είχαν βρει και αυτό τους έφτιαχνε την διάθεση κάνοντας τα υπόλοιπα παιδιά να ζηλεύουν και να ρωτούν που την βρήκαν. Κάπως έτσι «ξεχύνονταν» οι παρέες των φίλων σε γκρεμούς, σε ακαλλιέργητα ή άγονα χωράφια για να βρούνε ακολιές!
Το πιο σύνηθες ήταν τα φυτά να φυτρώνουν πολλά μαζί σε συγκεκριμένες περιοχές και αφού η ρίζα τους έμενε στο έδαφος το χειμώνα, ουσιαστικά κάθε Άνοιξη ανανεώνονταν. Οι ξεροί σπόροι που έπεφταν στο έδαφος, έδιναν τις νέες ακολίες της επόμενης χρονιάς. Έτσι, οι τυχεροί που έβρισκαν που ήταν μαζεμένα τα φυτά και μπορούσαν την κατάλληλη περίοδο να πάνε να «βγάλουν» προσεκτικά τις «τσίχλες», το κρατούσαν μυστικό. Άλλοι βέβαια προτιμούσαν να σκεφτούν όλη την παρέα και να μοιραστούν την «γλυκιά» ανακάλυψή τους.
Η αρχή του Φθινοπώρου λοιπόν για τους τότε πιτσιρικάδες της Κρήτης, μεταξύ άλλων παιχνιδιών είχε και την αναζήτηση για κάποια ακολιά. Είχαν βλέπετε στο νου τους όχι μόνο να απολαύσουν αμέσως ότι «κόλλες» κατάφερναν να βρουν στους αγρούς, αλλά και να τις φυλάξουν στο σπίτι για να έχουν απόθεμα για τον Χειμώνα. Με λίγη υπομονή και την βοήθεια της μητέρας τους, ήταν εφικτό να τις αποθηκεύσουν για μήνες χωρίς πρόβλημα.
Με τα ξυλάκια τους ανά χείρας περπάταγαν τους αγρούς και όταν έβρισκαν κάποια ακολιά έκοβαν με αυτά το πάνω μέρος που έμοιαζε με μικρή αγκινάρα και έβγαζε αυτή την παχύρευστη ουσία που λαχταρούσαν. Οι πιο θαρραλέοι μάλιστα πιτσιρικάδες άνοιγαν με προσοχή αυτό το «αγκιναράκι» για να φάνε το εσωτερικό του που είχε μια γλυκιά γεύση αντίστοιχη της «τσίχλας».
Όλα τα παραπάνω ταξίδεψαν τους πιο ηλικιωμένους σε μια αλλοτινή εποχή ρομαντισμού. Μια εποχή που τα απλά πράγματα μπορούσαν να προσφέρουν μεγάλη χαρά και χαμόγελα στα παιδιά. Μια εποχή που η σχέση μας με την φύση ήταν κυριολεκτικά μια σχέση ζωής. Οι νεότεροι μπορεί να διαβάζουν με απορία και περιέργεια τέτοιες συνήθειες που βασίζονται στις ελλείψεις και την φτώχια της τότε εποχής, αλλά σίγουρα μπορούν και να εκτιμήσουν διαχρονικές αξίες που τους πρόσφεραν «κληρονομιά» οι παλαιότεροι Κρητικοί…