ΤΑ ΠΑΝΤΑ ΟΛΑ
Υπάρχει καλοκαίρι στην Ελλάδα χωρίς πανηγύρια;
Ένα ετυμολογικό σκάλισμα αρκεί για να εξηγήσει την ερμηνεία τους και να αποδώσει τα αίτια της απαγόρευσής τους. Πανηγύρι, πανήγυρις, “πᾶς+ἄγυρις”, όπου “ἄγυρις” ίσον “συνάθροισις”. Κι όπου συνάθροιση, ένεκα πανδημίας, φέτος σημαίνει απαγόρευση. Η ετυμολογία, όμως, όπως και η φετινή συγκυρία, δεν αρκούν για να εξηγήσουν το μέγεθος της διαχρονικής τους παρουσίας και δυναμικής στο πολιτισμικό –πολλώ δε θερινό- στάτους της ελληνικής κοινωνίας.
Γράφει ο Χρήστος Μπαρούνης
Ένα από τα πολιτιστικά ιδιώματα του τόπου, της ιστορίας και της κουλτούρας του, με ρίζες παγίωσης από την περίοδο της τουρκοκρατίας, διαρκή εξέλιξη και -σχεδόν- αδιάκοπη παρουσία σε κάθε γωνιά της χώρας, αλλά με αναλλοίωτα συστατικά, αυτά που χαρακτηρίζουν τις πολιτισμικές μας επιταγές: Το αντάμωμα, το ξεφάντωμα, που εκφράζονται με τον ίδιο, ακέραιο και… πανηγυρικό τρόπο. Οι παραδοσιακοί στίχοι, ήχοι, χοροί, παρά το διαφορετικό και σε μεγάλη συχνότητα ανανεωμένο μοντέλο έκφρασής τους, όσο κι αν διαφέρουν ως προς τον τόπο και την εποχή, κοιτούν προς τον ίδιο ορίζοντα, τη συντήρηση του λαϊκού τρόπου έκφρασης και διασκέδασης.
Παράλληλα, συνεχίζουν να κουβαλούν τις ίδιες καταβολές και να έχουν την ίδια αφετηρία: “Το πανηγύρι είναι μία έκφραση που συνδυάζει την κοινωνική ζωή, την οικονομική ζωή, την ψυχαγωγία και τη διασκέδαση με μία θρησκευτική αφετηρία”, λέει στο News247.gr ο Μανόλης Βαρβούνης, Καθηγητής Λαογραφίας στο Τμήμα Ιστορίας και Εθνολογίας του Δημοκριτείου Πανεπιστημίου Θράκης και προσθέτει: “Ο εσπερινός, η Θεία Λειτουργία, οι θρησκευτικές πράξεις, συνδυάζονται με την ψυχαγωγία, τη μουσική, τον χορό και έχουν συνισταμένες οικονομικές και κοινωνικές”.
Το στοιχείο της μοναδικότητας
Εγχώριο προϊόν, που απαντάται μόνο στην Ελλάδα, σύντροφος των καλοκαιριών μας, ενορχηστρωτής της ξεγνοιασιάς μας, “καβαλιέρος” των μουσικοχορευτικών μας παραδόσεων. “Έχουν ενταχθεί στη ζωή του κάθε τόπου”. Πολλοί θα αναγνωρίσουμε τα καλοκαίρια μας, αν ταξιδέψουμε από άκρη σε άκρη του τόπου και θα νοσταλγήσουμε: Από την Τήνο και τη Μεγαλόχαρη, την Παναγιά τη Πανοχωριανή στην Αμοργό, την Παναγιά την Εκατονταπυλιανή στην Παροικιά της Πάρου, την Παναγιά Σουμελά στη Βέροια, ή τη Λαγκάδα μεταξύ των αμέτρητων και ξέφρενων πανηγυριών της Ικαρίας.
Γι’ αυτό και ένας από τους μεγαλύτερους θρησκειολόγους όλων των εποχών, ο Σουηδός Μάρτιν Νίλσον είχε πει ότι αν κανείς θέλει να δει πώς ήταν ένα αρχαίο πανηγύρι, δεν έχει παρά να πάει και να δει ένα ελληνικό πανηγύρι, όπως ανέφερε ο Καθηγητής Μανόλης Βαρβούνης.
Κι αυτή τους η μοναδικότητα είναι που έχει δομήσει την πολιτισμική μας ταυτότητα: “Προβάλλονται ως χαρακτηριστικές μορφές της τοπικής κουλτούρας, του τοπικού πολιτισμού και έτσι συμμετέχουν σε αυτά και τα γνωρίζουν και κάποιοι ξένοι”.
Ντόπιοι, τουρίστες, εσωτερικού και εξωτερικού, παιδιά του απόδημου ελληνισμού, άνθρωποι όλων των κοινωνικών τάξεων, ένα “ετερόκλητο πλήθος” με ίδιο σημείο συνάντησης. Αλλά και έναν στόχο. Τη σύναψη και την αναδόμηση των κοινωνικών σχέσεων.
Τι τους προσελκύει; “Η παράδοση. Η έννοια της παράδοσης, αν και συχνά παρεξηγημένη και παρερμηνευμένη είναι κάτι που μετρά πολύ στους Έλληνες. Η ιδέα ότι συνεχίζουν να κάνουν κάτι που έκαναν και οι πρόγονοί τους είναι ισχυρός παράγοντας. Είναι βέβαια και ο παράγοντας της κοινωνικής επίδειξης, όπως φυσικά και της επαφής”.
Άρα, θα έλεγε κανείς ότι το πανηγύρι διατηρεί την παράδοση. Κατά τον καθηγητή, όμως, κυρίως τη διαμορφώνει. Αμφότερα εξελίσσονται. “Η παράδοση δεν είναι κάτι που διατηρείται Ιδίως στις μέρες μετασχηματίζεται ταχύτατα. Και το πανηγύρι έχει αλλάξει, αφού ακολουθεί τις συνθήκες της εποχής και του τόπου που είναι πολύ λογικό. Και η μουσική του έχει αλλάξει. Όσο πάει και εξελίσσεται το αυστηρά τοπικό χρώμα που υπήρχε παλαιότερα”.
Τα πανηγύρια πλέον έχουν μεταφερθεί από τα καφενεία στα γήπεδα και τις μεγάλες πλατείες. Την οργάνωσή τους έχουν αναλάβει κυρίως οι πολιτιστικοί σύλλογοι. Η μουσική έχει κι αυτή ακολουθήσει, κατά περιπτώσεις, το ρεύμα της εποχής. “Ακόμη και κάποιες από τις παλιές λειτουργικότητές τους δεν υπάρχουν πια. Για παράδειγμα, παλιά ήταν μια αφορμή για την επαφή των δύο φύλων, αυτό πια δεν συμβαίνει, γιατί υπάρχουν κι άλλες τέτοιες αφορμές. Ούτε είναι μία μονοδιάστατη αφορμή για διασκέδαση γιατί υπάρχουν πλέον πολλές άλλες τέτοιες. Μέχρι τη δεκαετία του 1960, οι γάμοι και τα πανηγύρια ήταν η μοναδική πηγή διασκέδασης των ανθρώπων”.
Ας… κοπάσουν οι χοροί
Φέτος, όμως, οι χοροί, το βιολί, το κλαρίνο, το λαούτο, το ούτι, οι παραδοσιακοί ήχοι και στίχοι που δίνουν τον ρυθμό και το πρόσταγμα για ξεφάντωμα, θα σιγήσουν. Οι πίστες θα αδειάσουν. Οι πάγκοι δεν θα στηθούν. Ακόμη και οι λιτανείες, η θρησκευτική αφετηρία που στους περισσότερους τόπους προλογίζει τις εορταστικές βραδιές, ήρθαν να προστεθούν στις απαγορεύσεις που ανακοίνωσε προσφάτως η Πολιτική Προστασία. Η απαγόρευση των πανηγυριών και άλλων ανοικτών εκδηλώσεων παρατάθηκε μέχρι το τέλος του Αυγούστου, ενώ κατόπιν σχετικής σύστασης της Ιεράς Συνόδου της Εκκλησίας της Ελλάδας, “όλες οι λιτανείες για το επόμενο χρονικό διάστημα αναστέλλονται, καθώς και πάσης φύσεως εμποροπανηγύρεις“.
Πρωτόγνωρο καλοκαίρι για την Ικαρία
Ακόμη και ολόκληρες γενιές, διαφορετικές, θα δουν τον τόπο τους για πρώτη φορά χωρίς πανηγύρια. Όπως ο Νίκος Καλαμπόγιας, Δήμαρχος της Ικαρίας, ενός νησιού συνυφασμένου με τα πανηγύρια, στα οποία οφείλει και ένα σημαντικό κομμάτι των τουριστικών του εισροών. “Όσα χρόνια ζω εδώ δεν έχω ξαναδεί καλοκαίρι χωρίς πανηγύρια. Είναι πολύ άσχημο γιατί ο τουρισμός έχει πέσει πάρα πολύ, ο κόσμος είναι λιγότερος και φυσικά γιατί τα πανηγύρια είναι ένα κομμάτι της παράδοσης και της οικονομίας. Αλλά θα πρέπει να επιδείξουμε ευθύνη“. Ευθύνη βέβαια που κάποιοι δεν επέδειξαν πρόσφατα στην Ικαρία.
Μόνο το πανηγύρι του Δεκαπενταύγουστου στη Λαγκάδα προσελκύει κάθε χρόνο περισσότερους από 5.000 κόσμο στη διάρκεια της ημέρας, όπως μας είπε ο Γενικός Γραμματέας του Πολιτιστικού Συλλόγου “Λειβάδα” Καρκιναγρίου, που αναλαμβάνει την οργάνωση του εν λόγω πανηγυριού που υπογράμμισε το πώς βοηθούν οικονομικά τις τοπικές κοινωνίες, αλλά και τι θα στερήσει η φετινής τους ματαίωση, τόσο σε οικονομικό, όσο και σε συναισθηματικό επίπεδο: “Πάντα βοηθούσαν στην ενίσχυση της αγοράς, έμπαιναν έσοδα στο ταμείο του Συλλόγου, είχαμε φτιάξει δρόμους, σχολείο, ιατρείο με αυτά τα χρήματα. Συναισθηματικά βέβαια, δεν μετριέται”.
Το… αντιπαράδειγμα της Τήνου
Στην Τήνο από την άλλη, ο Δήμαρχος Γιάννης Σιώτος παίρνει ξεκάθαρη και σύμφωνη θέση για τη ματαίωση των πανηγυριών, προτάσσοντας τη δημόσια υγεία, αλλά και την τουριστική “ανοσία” που επιδεικνύει το νησί παρά την απαγόρευση των εκδηλώσεων: “Ήμουν από τους πρώτους δημάρχους που απαγόρευσαν τα πανηγύρια. Πώς; Δεν παραχώρησα χώρους σε συλλόγους. Θα πρέπει να επικρατήσει η λογική και η σύνεση”, τονίζει στο News247.gr, δίνοντας και μία ενθαρρυντική απάντηση ως προς το οικονομικό κόστος από τη φετινή συγκυρία: “Η Τήνος για τα πρωτόγνωρα φετινά δεδομένα έχει μία φοβερή δυναμική., Έχει πάρα πολύ κόσμο για τα τουριστικά δεδομένα της κρίσης. Οι Τηνιακοί έχουν μια βαθιά κουλτούρα. Ο προορισμός αυτός είναι Covid-Free”.
Υπάρχει καλοκαίρι χωρίς πανηγύρια;
Τι σημαίνει για την Ελλάδα και τον Έλληνα καλοκαίρι χωρίς πανηγύρια; Ποιο είναι το είδος του τραύματος που δημιουργείται από αυτή τη στέρηση και αποδιοργάνωση από την πολιτιστική ρουτίνα για τον ελληνικό λαό, ο οποίος, ειρήσθω εν παρόδω, τη βίωσε για τα καλά πρώτη φορά το Πάσχα;
“Είναι ένας λαός που περιμένει με μία ιερή διάθεση τα πανηγύρια του και τις παραδόσεις του. Το να έχει αυτή τη στέρηση είναι μία τραυματική εμπειρία. Το πρόβλημα είναι κυρίως ψυχολογικό και κοινωνικό. Έπειτα οικονομικό. Η στέρηση είναι ένα τραύμα για τον λαό. Ο άνθρωπος όταν χάνει τις συνήθειές του αισθάνεται αυτή τη λαχτάρα. Όταν αποδιοργανώνεται αισθάνεται ανασφαλής. Γι’ αυτό και υπάρχουν αντιδράσεις”.
Δεν είναι η πρώτη φορά…
Η ανάγκη για λήψη μέτρων που θα αποτρέψουν τις συναθροίσεις και θα περιορίσουν τη διασπορά του κορονοϊού έβαλε ένα ιστορικό φρένο στη φρενήρη πορεία της παράδοσης και την αδιάλειπτη τέλεση των πανηγυριών. Δεν είναι, όμως, η πρώτη φορά όπου πανηγύρια ματαιώνονται, ακόμη κι αν αυτή η ματαίωση μπορεί να έχει προκύψει, κατά τόπους, μεμονωμένα, αλλά ίσως και πιο συνειδητά στο παρελθόν. Όπως μας εξηγεί ο κ. Βαρβούνης για παράδειγμα, “μη φανταστεί κανείς ότι το 1922 με τη Μικρασιατική Καταστροφή οι άνθρωποι έκαναν πανηγύρια και χόρευαν. Και δεν είναι μόνο οι γενικευμένες περιπτώσεις, αλλά και σε τοπικό επίπεδο. Ας πούμε εδώ στη Σάμο που βρίσκομαι, πριν από δύο χρόνια δεν έγιναν τα πανηγύρια σε ένδειξη τιμής και μνήμης των ανθρώπων που είχαν πεθάνει στο Μάτι. Άλλη χρονιά δεν έγιναν σε ένα συγκεκριμένο χωριό γιατί είχε πεθάνει ο παππάς του χωριού”.
Πηγή: news247