«Βεντέμα», η λέξη που δεν μπορούμε να βρούμε σε κανένα από σύγχρονα ελληνικά λεξικά αν και ακόμη χρησιμοποιείται. Είναι βέβαιο πως η χρήση της έχει περιοριστεί πολύ σε σύγκριση με τους προηγούμενους αιώνες, αλλά δεν έχει χαθεί εντελώς και σε κάποιες περιοχές της Ελλάδας έχει την αξία και την σημασία της. Ένας από αυτούς τους τόπους είναι λοιπόν η Κρήτη που ορισμένες στιγμές νιώθεις πως προσπαθεί έστω και με δυσκολία να κρατήσει επαφή με το λαογραφικό παρελθόν.
Γράφει ο Αντώνης Τσαλίκης για το Daynight.gr
Αρχικά όταν κάποιος ακούει την λέξη βεντέμα πιθανότατα θα την θεωρήσει στοιχείο τοπικής διαλέκτου ή ίσως και περιορισμένο «κώδικα» επικοινωνίας μεταξύ συγκεκριμένων ανθρώπων σε κάποια περιοχή. Ωστόσο, η σημασία της λέξης είναι αρκετά πιο σημαντική και με έντονες ετυμολογικές ρίζες στο παρελθόν.
Τι σημαίνει η λέξη «Βεντέμα»
Η λέξη βεντέμα που σταδιακά χάνεται έπειτα από αιώνες σημαίνει κυρίως συγκομιδή καρπών. Στο νησί της Κρήτης είναι σχεδόν συνδεδεμένη με την συγκομιδή των ελιών ενώ σε άλλα μέρη έχει σχέση με διαφορετικούς καρπούς. Για παράδειγμα στην Σαντορίνη η λέξη βεντέμα είναι ουσιαστικά ο τρύγος των αμπελιών του κυκλαδίτικου νησιού.
Η ετυμολογική της «ρίζα» βρίσκεται στο Ενετικό – vendema – που σήμερα συναντάμε ως vendemnia στα σύγχρονα Ιταλικά και σημαίνει τρύγος. Πηγαίνοντας ακόμη πιο πίσω στον χρόνο, η λέξη βεντέμα συνδέεται με την υστερολατινική – vindemia – που παράγεται από τις λέξεις vinum, που είναι το κρασί (οίνος) και demere το ρήμα μαζεύω.
Στην ελληνική γλώσσα τους τελευταίους αιώνες η βεντέμα ως λέξη έλαβε πιο ευρεία σημασία καθώς σήμαινε την κάθε είδους συγκομιδή αλλά και επίσης την καλή σοδειά από τα χωράφια ή τα δέντρα. Δεν ήταν απλά μια λέξη που περιέγραφε την εποχή συγκομιδής πολύτιμων καρπών που έπαιζαν καθοριστικό ρόλο στην ζωή των κατοίκων.
Η ευρύτερη έννοια της Βεντέμας
Η ερμηνεία της ενετικής λέξης «βεντέμα» έφτασε σταδιακά σε πολύ πιο γενικό επίπεδο καθώς με την χρήση της κάποιος εξέφραζε την ικανοποίηση από το αποτέλεσμα της προσπάθειας του. Για το λόγο αυτό άλλωστε και υπήρξαν λέξεις παρεμφερείς όπως η «μισοβεντέμα» ή «μεγαλοβεντέμα». Η βεντέμα συνδέθηκε με την έννοια της αφθονίας όταν η ικανοποίηση ήταν μεγάλη καθώς μετρούσαν το σύνολο των ελιών, των σταφυλιών κτλ.
Σε πολλούς παραγωγούς στην Κρήτη, τις Κυκλάδες και τα Επτάνησα η καλή χρονιά των χωραφιών πολύ εύστοχα περιγράφεται μέσα από την λέξη βεντέμα. Γνωρίζουν άλλωστε πως καμία χρονιά δεν μπορεί να είναι ίδια με την επόμενη καθώς η παραγωγή έχει αυξομειώσεις που βασίζονται σε πολλούς παράγοντες. Αν φέτος λοιπόν το αποτέλεσμα είναι μια βεντέμα (καλή σοδιά), του χρόνου έχουν πάντα την ανησυχία της «άδειας» χρονιάς που θα περιορίσει την συγκομιδή άρα και τα έσοδα τους.
Ερευνώντας και άλλες περιοχές της Ελλάδας πέρα από την Κρήτη και τα νησιά, η λέξη βεντέμα χρησιμοποιήθηκε και ως επίρρημα. Δηλαδή ως μια λέξη που περιγράφει την καλή λειτουργία, τον ανεμπόδιστο τρόπο χρήσης ενός π.χ. μηχανήματος κτλ.
Η λέξη μέσα από τις Κρητικές μαντινάδες
Δεν γίνεται μια λέξη με τόσες έντονες «ρίζες» στην ιστορία και την λαογραφία της Κρήτης να μην έχει γίνει και στοιχείο σε αρκετές μαντινάδες:
«Ήτονε χοχλιδοχρονιά μα και στσ’ ελιές βεντέμα, πολλά μουζούρια αμύγδαλα είχαμε μαζωμένα»
«Του έρωντά μου το δεντρί έχει βεντέμα πάλι κι η πεθυμιά μου τσι χαρές δεν έχει που να βάλει»
«Γλυκοσαλίζω τση καρδιάς όντε θωρώ το στρέμμα, που ‘ναι σπαρμένο μ’ έρωντα κι έχω τρανή βεντέμα»
«Καλάμι μάθε να κρατάς να μη σου πιω το αίμα, γιατί αν σπας πολλά κλαδιά δε θα χουμε βεντέμα»