ΚΡΉΤΗ
Σερβιτόροι με… μεταπτυχιακά οι Κρητικοί
Άνθηση της εποχικής εργασίας, αύξηση της εκ περιτροπής εργασίας κατά 8% και μετατόπιση από τη συνεχή στην εποχική εργασία είναι τα χαρακτηριστικά του εργασιακού καθεστώτος της Κρήτης. Τα στοιχεία αυτά αποκάλυψε ο Νίκος Παπαδάκης, ο οποίος είναι ένας από τους συντονιστές του Περιφερειακού Μηχανισμού της Αγοράς Εργασίας της Κρήτης.
Τα πρόσφατα αυτά στοιχεία ήρθαν στη δημοσιότητα μέσα από την εκπομπή “Τετ-α-Τετ” του “NOTOS TV” την Τρίτη 12 Μαρτίου, όπου στο πλατό της εκπομπής παρευρέθηκαν ο Στέλιος Βοργιάς, πρόεδρος Εργατικού Κέντρου Ηρακλείου, και ο Νίκος Παπαδάκης, καθηγητής του Τμήματος Πολιτικής Επιστήμης του Πανεπιστημίου Κρήτης. Το θέμα της εκπομπής αφορούσε τη σχέση αγοράς εργασίας και εκπαίδευσης.
Αρχικά τον λόγο πήρε ο Στέλιος Βοργιάς, ο οποίος απάντησε στο ερώτημα σχετικά με το εάν συμμερίζεται την κοινή αντίληψη που έχει η ελληνική κοινωνία, πως παρατηρείται αναντιστοιχία δεξιοτήτων που έχει το άτομο με τη θέση του στην αγορά εργασίας.
Ο κ. Βοργιάς απάντησε στο ερώτημα λέγοντας χαρακτηριστικά: «Εμείς ζούμε την καθημερινότητα. Ερχόμαστε σε επαφή με πολλούς εργαζόμενους, πολλούς άνεργους, και αποκτούμε θα έλεγα μια εικόνα πρώτης γραμμής. Πράγματι, βλέπουμε νέα παιδιά σπουδαγμένα, που για χρόνια επένδυσαν σε κάποιες σπουδές, τώρα να βγαίνουν στην αγορά εργασίας και να μην έχουν επιλογές στον κλάδο που σπούδασαν, αλλά να αναγκάζονται να δουλέψουν σε κλάδους που η οικονομία πάει καλά, όπως ο επισιτισμός και ο τουρισμός. Έτσι βλέπουμε νέα παιδιά να δουλεύουν σε ξενοδοχεία ως σερβιτόροι, σε τουριστικές επιχειρήσεις ή σε κλάδους που στάθηκαν όρθιοι στην οικονομική κρίση. Δεν εργάζονται όμως σε αυτό που σπούδασαν. Και φυσικά οι αιτίες είναι πολλές… Πρέπει να γίνει λόγος για το γεγονός ότι δεν έχει συνδεθεί ουσιαστικά η παιδεία με την παραγωγή, ενώ δεν υπήρχαν δουλειές εξαιτίας της κρίσης. Ήταν μια απότομη αλλαγή σε πολλούς τομείς της οικονομίας, όπως ο κατασκευαστικός, που επηρέασε δουλειές και ανθρώπους που είχαν σπουδάσει».
Στο ίδιο ερώτημα αλλά με διαφορετικούς όρους κλήθηκε να απαντήσει και ο κ. Νίκος Παπαδάκης. Συγκεκριμένα, ο κ. Παπαδάκης απάντησε στο ερώτημα σχετικά με το εάν το πτυχίο, ως ένα πιστοποιητικό που εξασφάλιζε έναν αξιοπρεπή μισθό τις περασμένες δεκαετίες, μπορεί πλέον να αποτελέσει το “εισιτήριο” για μια καλύτερη και πιο άνετη ζωή. Το ερώτημα αυτό ήταν ιδιαίτερα κρίσιμο, αν αναλογιστεί κανείς πως σημαντικό ανθρώπινο απόθεμα με υψηλά προσόντα έχει φύγει για το εξωτερικό, με αποτέλεσμα χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης να καρπώνονται την υπεραξία του.
Ο κ. Παπαδάκης είπε, μεταξύ άλλων, πως το πτυχίο έχει χάσει ένα σημαντικό μέρος της κοινωνικής δυναμικής του, αλλά οι άνθρωποι με υψηλά προσόντα έχουν λιγότερες πιθανότητες να βρεθούν σε κατάσταση φτώχιας και κοινωνικού αποκλεισμού.
Συγκεκριμένα, ο Νίκος Παπαδάκης είπε χαρακτηριστικά: «Ένας άνθρωπος που έχει αφιερώσει όλη του τη ζωή στη δημόσια πολιτική, οφείλει να μιλήσει με δεδομένα. Και σε εθνικό και σε ευρωπαϊκό επίπεδο. Τα δεδομένα ενίοτε αποδομούν διάφορα στερεότυπα. Συνηθίζουμε και λέμε στην Ελλάδα πως το πτυχίο έχει χάσει εντελώς την κοινωνική δυναμική του. Είναι όντως έτσι; Έχει χάσει ένα μεγάλο μέρος της κοινωνικής δυναμικής του. Γρήγορα παραδείγματα. Από το monitor της Commission βλέπουμε ξεκάθαρα ότι οι άνθρωποι που έχουν χαμηλά προσόντα έχουν τρεις φορές πιο πολλές πιθανότητες από αυτούς που έχουν υψηλά προσόντα να ζήσουν σε συνθήκες φτώχιας και κοινωνικού αποκλεισμού. Άρα, παίζει ρόλο η μόρφωση.
Στην Ελλάδα του σήμερα, όπου υπάρχει μεγάλο πρόβλημα ανεργίας πτυχιούχων, βλέπουμε καλύτερα ποσοστά των πρόσφατων αποφοίτων της ανώτατης εκπαίδευσης από οποιοδήποτε άλλο. Επίσης, κάτι που δεν είναι ιδιαίτερα γνωστό είναι ότι, με βάση τα δεδομένα του Εθνικού Μηχανισμού για την Αγορά Εργασία, υπάρχει ένα ποσοστό της τάξης του 70% των ανέργων που είναι χαμηλών και μεσαίων δεξιοτήτων. Η πρόβλεψη λοιπόν που δίνει το Cedefop (κέντρο αναφοράς για την επαγγελματική εκπαίδευση και κατάρτιση για την Ευρωπαϊκή Ένωση) μέχρι το 2030, οπότε θα υπάρχει αύξηση στο εργατικό δυναμικό υψηλών προσόντων και μείωση στο εργατικό δυναμικό μεσαίων προσόντων. Πρακτικά, η εικόνα έχει δύο κρίσιμες όψεις. Σαφώς, ένα μέρος της κοινωνικής δυναμικής του πτυχίου σε ό,τι αφορά τη σύνδεσή του με την αγορά εργασίας έχει απολεσθεί μέσα στα χρόνια της κρίσης. Γι’ αυτό ευθύνεται μόνο η κρίση; Όχι, ευθύνονται κι άλλα πράγματα. Ακόμη και σήμερα, απουσιάζει στη δημόσια συζήτηση για το τι παραγωγικό μοντέλο θέλουμε. Σαφώς και σε ευρωπαϊκό επίπεδο και σε εθνικό επίπεδο οι άνθρωποι υψηλών προσόντων, δηλαδή ακαδημαϊκής μόρφωσης τουλάχιστον σε επίπεδο πτυχίου, έχουν περισσότερες πιθανότητες σε αυτό που λέμε ευκαιρίες ζωής, αλλά και στην αγορά εργασίας».
Η κρίση και η αλήθεια
Είναι αξιοσημείωτο πως μεγάλο μέρος της κοινής γνώμης θεωρεί ότι η αναντιστοιχία σπουδών-αγοράς εργασίας έκανε αισθητή την παρουσία της στα χρόνια της οικονομικής κρίσης, η οποία, πέρα από τον κοινωνικό και πολιτικό αντίκτυπο, είχε και κοινωνικές προεκτάσεις. Η ανεργία, η φυγή ανθρώπινου δυναμικού αλλά και το παραγωγικό μοντέλο βρέθηκαν στο επίκεντρο της ανάλυσης του κ. Βοργιά.
Ο πρόεδρος του Εργατικού Κέντρου Ηρακλείου είπε: «Στα χρόνια της κρίσης, το πρόβλημα της αναντιστοιχίας αγοράς εργασίας-εκπαίδευσης έγινε πιο έντονο απ’ ό,τι ήταν, παρά το γεγονός ότι μιλάμε για ένα διαχρονικό πρόβλημα. Έχει δημιουργήσει μεγάλα κοινωνικά προβλήματα. Ακόμη, πρέπει να επισημανθεί πως υπάρχει κενό γενιάς εξαιτίας του “brain drain”, δηλαδή της μετανάστευσης του ανθρώπινου κεφαλαίου στο εξωτερικό. Μιλάμε για ανθρώπινα μυαλά που τα έχουμε ανάγκη για την παραγωγή μας. Το πρόβλημα θα το δούμε στο μέλλον και όταν η εθνική οικονομία θα θέλει να σταθεί στα πόδια της, θα έχει ανάγκη από αυτούς τους ανθρώπους και δε θα τους βρίσκει. Και πραγματικά είχε δημιουργηθεί ένα μεγάλο κενό, το οποίο εμφανίστηκε κατά τη διάρκεια των χρόνων της κρίσης. Και τώρα ακόμη, δουλειές που ήθελαν ανειδίκευτους εργάτες, προτιμούν ανθρώπους μορφωμένους, που να γνωρίζουν ξένες γλώσσες, γιατί παρέχουν καλύτερες υπηρεσίες.
Παραμένει το πρόβλημα και θα παραμένει για πολλά χρόνια. Δεν έχουμε ακόμα καθορίσει το παραγωγικό μοντέλο ή, εάν προτιμάτε, τη βάση πάνω στην οποία θα χτιστούν οι πολιτικές, ώστε να συνδέσουμε την Παιδεία με την παραγωγή. Εάν δεν έχεις ένα σωστό παραγωγικό μοντέλο και να ξέρεις ως χώρα πού θα επενδύσεις, δεν μπορείς να δώσεις τις σωστές κατευθύνσεις στο εργατικό δυναμικό. Πρέπει να αναστραφεί αυτό το κομμάτι. Πρέπει να υπάρξουν οι κατάλληλες εθνικές πολιτικές».
Καινοτόμο ερευνητικό έργο
Κατόπιν, τον λόγο πήρε ο κ. Νίκος Παπαδάκης, ο οποίος αναφέρθηκε στα πρόσφατα στοιχεία του Περιφερειακού Μηχανισμού Παρακολούθησης της Αγοράς Εργασίας της Κρήτης. Ο Μηχανισμός αυτός είναι ένα καινοτόμο ερευνητικό έργο μεγάλης κλίμακας, ενώ αντικείμενό του είναι η διαχρονική και πολυ-επίπεδη παρακολούθηση των τάσεων και η διάγνωση των αναγκών της τοπικής αγοράς εργασίας σε επίπεδο περιφέρειας Κρήτης. Υλοποιείται από το Πανεπιστήμιο Κρήτης (και συγκεκριμένα τη Μονάδα Ερευνών Αγοράς και Επιχειρηματικότητας του Πανεπιστημίου Κρήτης), σε σύμπραξη με την Περιφέρεια Κρήτης.
Ο κ. Παπαδάκης, για πρώτη φορά σε δημόσια θέα, παρουσίασε τα πιο πρόσφατα στοιχεία του Περιφερειακού Μηχανισμού της Αγοράς Εργασίας της Κρήτης. Συγκεκριμένα, είπε χαρακτηριστικά: «Στην Κρήτη έχουμε τον Περιφερειακό Μηχανισμό Παρακολούθησης της Αγοράς Εργασίας του νησιού. Είναι ο πρώτος και ο μόνος μηχανισμός στη χώρα. Έχουμε στοιχεία μέχρι και τις 31/12/2018. Σε επίπεδο Κρήτης, βλέπουμε πως η εργασία με συμβάσεις ορισμένου χρόνου και έργου έχει αύξηση σε σχέση με την εργασία αορίστου χρόνου. Έχουμε μετατόπιση από τη συνεχή στην εποχική εργασία και χαρακτηρίζει εκείνους που βρίσκονται σε ηλικία 25-29, αλλά και 35-44 ετών. Ένα ζήτημα είναι ότι η πλήρης εργασία αποτελεί το μεγαλύτερο ποσοστό, ωστόσο υπάρχει σημαντική αύξηση στην εκ περιτροπής απασχόληση της τάξης του 8% σ’ ένα χρόνο. Έχουμε μια σειρά από τέτοια στοιχεία, τα οποία επιβεβαιώνουν πως υπάρχει στην Κρήτη μια διαρκής τάση υποκατάστασης της πλήρους απασχόλησης από μορφές επισφαλούς απασχόλησης. Ένα από τα ανησυχητικά σημάδια είναι πως πλήττονται οι νεότεροι.
Σε επίπεδο χώρας, η Ελλάδα παραμένει η χώρα με το μεγαλύτερο πρόβλημα αναντιστοιχίας εκπαίδευσης-δεξιοτήτων, το λεγόμενο skills dismage. Έχουμε πρόβλημα αναντιστοιχίας, που αυξήθηκε την περίοδο της κρίσης, αλλά υπήρχε και πιο πριν. Ήταν μια από τις δομικές παθογένειες της Ελλάδας».
Ο κ. Παπαδάκης συνέχισε κάνοντας ξεκάθαρους τους λόγους πάνω στους οποίους πρέπει να στηριχτεί ένα νέο παραγωγικό μοντέλο, το οποίο πρέπει να είναι κινητρο-δοτικό για τα νέα παιδιά, ενώ πρέπει να έχει το στοιχείο των συνολικών αλλαγών.
Συγκεκριμένα, ο καθηγητής του Τμήματος Πολιτικής Επιστήμης του Πανεπιστημίου Κρήτης είπε: «Το να αλλάξουμε τα πράγματα από τη μια μέρα στην άλλη είναι ανέφικτο. Από την άλλη όμως, δεν μπορούμε να είμαστε καθηλωμένοι στο αντι-παράδειγμα πως πρακτικά, αφού δεν μπορούν να αλλάξουν όλα, δεν μπορεί να αλλάξει τίποτα. Η παροχή κινήτρων όσον αφορά τους νέους για την απασχόλησή τους σημαίνει μια σειρά αλλαγών. Εάν δεν αλλάξει το φορολογικό καθεστώς, εάν δεν απομειωθεί η υπερφορολόγηση, εάν δε δοθούν σοβαρά κίνητρα σε start-up επιχειρήσεις με όλο αυτό το ανθρώπινο δυναμικό που διαθέτουμε, εάν πρακτικά δε λυθούν προβλήματα ευρύτερα από τη μια μεριά, και από την άλλη μεριά, παρά τις όποιες προσπάθειες έχουν καταβληθεί, έχουμε σοβαρή επιμονή στο μοντέλο μάθησης που βασίζεται στις γνώσεις και όχι στις ικανότητες. Έχουμε περιθώρια σε αυτό το πλαίσιο μεταμνημονιακής εποπτείας να αλλάξουμε πράγματα και να δημιουργήσουμε κίνητρα συγκράτησης του νεανικού πληθυσμού, με παροχή πολύ πιο αξιόπιστων κινήτρων από την επισφαλή εργασία και την προοπτική να βρω 300-440 ευρώ με μια σύμβαση που να εμφανίζεται ως 4ωρη και να είναι τελικά 8ωρη».
Ο «εφιάλτης» του 4ωρου
Τέλος, και οι δύο καλεσμένοι της εκπομπής “Τετ-α Τετ” αναφέρθηκαν στις ελαστικές μορφές απασχόλησης, οι οποίες αποτελούν ένα σημαντικό πρόβλημα για τα νέα παιδιά, αλλά και για τους εργαζόμενους όλων των ηλικιών. Είναι τα γνωστά 4ωρα.
Ο κ. Βοργιάς απάντησε σε αυτό το ερώτημα, λέγοντας χαρακτηριστικά: «Αυτό που θα θέλαμε θα ήταν πλήρης απασχόληση με μισθούς αξιοπρέπειας, ώστε οι άνθρωποι να μπορούν να ανταποκρίνονται στις υποχρεώσεις τους. Οι ελαστικές μορφές απασχόλησης δίνουν μια προσωρινή λύση στο κοινωνικό πρόβλημα της ανεργίας, αλλά δε δίνουν ουσιαστικές λύσεις. Πρέπει να καθοριστεί ένα διαφορετικό μοντέλο. Δεν είναι μόνο ότι ο άνθρωπος πρέπει να δουλεύει 6 μήνες και 3 μήνες να βρίσκεται στο ταμείο ανεργίας. Πρέπει να ζει αξιοπρεπώς. Πρέπει επιτέλους στην Ελλάδα να επιδοτηθεί η απασχόληση και όχι η ανεργία».
Στην ίδια γραμμή κινήθηκε και ο Νίκος Παπαδάκης, ο οποίος είπε χαρακτηριστικά: «Μέσα στο 2018 τα πράγματα χειροτέρεψαν. Ως προς την επισφάλεια, η εποχική εργασία αυξήθηκε πάρα πολύ. Πήγε από το 17,4% στο 23,5%, η συνεχής εργασία μειώθηκε σοβαρά και μάλιστα κατά 5,5 μονάδες, και αυξήθηκαν όλες οι μορφές επισφαλούς απασχόλησης. Είναι σημαντικό που μειώθηκε η ανεργία, αλλά εάν υποκαθίσταται ένα μεγάλο μέρος της μείωσης και απορροφάται από επισφαλείς μορφές απασχόλησης, εκεί δημιουργείται ένα σημαντικό πρόβλημα, το οποίο έχει επεκτατικές τάσεις».
Παραμένει υψηλή η ανεργία των νέων
Σημαντική ήταν και η παρέμβαση της δημοσιογράφου Μαρίας Αντωνογιαννάκη, η οποία έδωσε το ρεπορτάζ για την ανεργία στη χώρα μας, κρούοντας το καμπανάκι του κινδύνου για την εθνική μας απειλή. Στο ρεπορτάζ, που η ίδια επιμελήθηκε, ανέφερε:» Στο 18% ανήλθε η ανεργία τον περασμένο Δεκέμβριο, έναντι του αναθεωρημένου 18,3% τον Νοέμβριο του 2018 και 20,8% τον Δεκέμβριο του 2017. Ιδιαίτερα υψηλή παραμένει η ανεργία των νέων 15-24 ετών, που διαμορφώθηκε στο 39,5%.
Σύμφωνα με την έρευνα εργατικού δυναμικού της ΕΛ.ΣΤΑΤ., οι άνεργοι ανήλθαν σε 851.556 άτομα και μειώθηκαν κατά 16.774 σε σχέση με τον Νοέμβριο του 2018 (μείωση 1,9%) και κατά 138.274 άτομα σε σχέση με τον Δεκέμβριο 2017 (μείωση 14%). Συνολικά, οι απασχολούμενοι ανέρχονται σε 3.868.241 άτομα. Οι απασχολούμενοι αυξήθηκαν κατά 2.639 σε σχέση με τον Νοέμβριο 2018 (αύξηση 0,1%) και κατά 106.850 άτομα σε σχέση με τον Δεκέμβριο 2017 (αύξηση 2,8%).
Οι οικονομικά μη ενεργοί (τα άτομα που δεν εργάζονται, ούτε αναζητούν εργασία) ανήλθαν σε 3.236.631 άτομα και μειώθηκαν κατά 9.235 άτομα σε σχέση με τον Δεκέμβριο 2017 (μείωση 0,3%), ενώ αυξήθηκαν κατά 10.831 άτομα σε σχέση με τον Νοέμβριο 2018 (αύξηση 0,3%).
Στις γυναίκες, το ποσοστό ανεργίας (23,1% τον Δεκέμβριο 2018, από 26% τον Δεκέμβριο 2017) παραμένει σημαντικά υψηλότερο από εκείνο στους άνδρες (14,1% από 16,7%).
Ηλικιακά, τα υψηλότερα ποσοστά ανεργίας καταγράφονται στις ομάδες 15-24 ετών (39,5% τον Δεκέμβριο 2018 από 43,1% τον Δεκέμβριο 2017) και 25-34 ετών (24,2% από 25,7%). Ακολουθούν οι ηλικίες 35-44 ετών (16,2% από 19,2%), 45-54 ετών (14,4% από 16,6%), 55-64 ετών (13,9% από 17,3%) και 65-74 ετών (8,7% από 11,9%)».