Ρέθυμνο
Ο Ρεθυμνιώτης που έκανε «μαντραπήδα» για να βρει τον τάφο του προγόνου του!
Μια ιδιαίτερα συγκινητική ιστορία διαδραματίστηκε πριν λίγες ημέρες στο Ρίμινι της Ιταλίας. Εκεί που διατηρείται ακόμα το λεγόμενο «νεκροταφείο των Ελλήνων», των ανδρών, δηλαδή, που σκοτώθηκαν στην περίφημη «Μάχη του Ρίμινι» κατά των ναζί το 1944. Συνολικά 116 Έλληνες στρατιώτες και αξιωματικοί σκοτώθηκαν εκεί. Μεταξύ αυτών ο Αντώνης Κλάδος από τα Λιβάδια Μυλοποτάμου, γόνος της γνωστής Κρητικής οικογένειας, κλώνος των γνωστών ως «Μπιμπάχηδων».
Τον τάφο του Αντώνη Κλάδου βρήκε ο Ρεθεμνιώτης επιχειρηματίας Μανώλης Κλάδος, απόγονος του, αφού ο ήρωας αυτός ήταν αδελφός του παππού του. Ο Μανώλης Κλάδος που τους τελευταίους μήνες έχει μετακομίσει με την οικογένεια του και ζει στην Γενεύη της Ελβετίας, βρήκε την ευκαιρία και επισκέφθηκε το Ρίμινι με σκοπό να βρει τον τάφο του προγόνου του.
Και μπορεί να βρήκε το νεκροταφείο των Ελλήνων κλειστό, αλλά τα κατάφερε!
Σε ανάρτηση του στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης έγραψε τα εξής:
«Στις 28/4/2021(02:30 νύχτα) επιστρέφοντας στη Γενεύη οδικώς, έψαξα, βρήκα και επισκέφτηκα (πήδηξα το φράχτη) το νεκροταφείο των Ελλήνων πεσόντων της μάχης του Ρίμινι της Ιταλίας. Το πολύ όμορφο νεκροταφείο-Μνημείο βρίσκεται στην είσοδο του Ριτσιόνε σε κεντρικότατο σημείο. Εκεί κείτεται ο αδερφός του παππού μου του Μπίμπαχη Αντώνης Κλάδος. Ήταν μια επιθυμία πολλώ χρονώ…. Τα συναισθήματα πολλά…. Ικανοποίηση, θλίψη, περηφάνια… Θα ´θέλα κάθε χρόνο να ερχόμαστε να σου φέρνουμε ένα λουλούδι….Σκέφτηκα…. Χαίρομαι που έχουν γίνει ενέργειες για να επιστρέψουν τα οστά στα Λειβάδια.»
Η Μάχη του Ρίμινι
Με την ονομασία Μάχη του Ρίμινι είναι γνωστή η κύρια επίθεση των Συμμάχων στη Γοτθική Γραμμή των Γερμανών (συνολικού αναπτύγματος 350 χλμ., από την Πίζα έως το Ρίμινι) τους μήνες Αύγουστο και Σεπτέμβριο του 1944, κατά την Ιταλική Εκστρατεία του Β΄ Παγκόσμιου Πολέμου, η κωδική ονομασία της οποίας ήταν Operation Olive. Η Μάχη του Ρίμινι έχει χαρακτηρισθεί ως η μεγαλύτερη μάχη από υλικής πλευράς που έγινε ποτέ σε ιταλικό έδαφος. Πάνω από 1.200.000 άνδρες έλαβαν μέρος στη μάχη, που έληξε με νίκη των Συμμάχων, παρότι δεν επιτεύχθηκε η αποφασιστική διάσπαση του μετώπου στην οποία έλπιζαν. Επικεφαλής των συμμαχικών δυνάμεων (συνολικά 20 Μεραρχίες) ήταν ο Βρετανός στρατηγός Χάρολντ Αλεξάντερ και των Γερμανικών (28 Μεραρχίες σε δύο Σ.Σ.) ο στρατάρχης Άλμπερτ Κέσσελρινγκ.
Η μάχη άρχισε στις 25 Αυγούστου 1944 και είχε τη μορφή ενός «ελιγμού τανάλιας» από τη βρετανική 8η Στρατιά και την αμερικανική 5η Στρατιά (υπό τον στρατηγό Μαρκ Κλαρκ) εναντίον της 10ης και της 14ης γερμανικής Στρατιάς. Μαζί με τη βρετανική στρατιά αγωνίζονταν δυνάμεις από τον Καναδά, τη Νέα Ζηλανδία, αλλά και η Γ΄ Ελληνική Ορεινή Ταξιαρχία, η οποία μετά την επιτυχημένη συμμετοχή της εκεί έλαβε από τότε τιμητικά την ονομασία «Ταξιαρχία του Ρίμινι».
Το Ρίμινι, πόλη που είχε χτυπηθεί προηγουμένως από αεροπορικές επιδρομές, δέχθηκε κατά την ομώνυμη μάχη 1.470.000 οβίδες πυροβολικού μόνο από τις χερσαίες συμμαχικές δυνάμεις. Σύμφωνα με έναν από τους διοικητές της βρετανικής 8ης Στρατιάς, τον σερ Όλιβερ Ληζ, «Η Μάχη του Ρίμινι ήταν μία από τις σκληρότερες της 8ης Στρατιάς, συγκρίσιμη με τη Μάχη του Ελ Αλαμέιν, του Μάρεθ και του Μόντε Κασσίνο».
Ελληνική συμμετοχή
Στη μάχη του Ρίμινι έλαβε μέρος η ελληνική Γ’ Ορεινή Ταξιαρχία, με συνολική δύναμη 3.377 άνδρες. Η Ταξιαρχία συγκροτήθηκε, υπό την αυστηρή επίβλεψη του Βρετανικού στρατιωτικού επιτελείου, μέσα σε 8 ημέρες (11 – 18 Ιουνίου 1944), εκπαιδεύτηκε με ταχύ ρυθμό στον ορεινό αγώνα (22 Ιουνίου – 28 Ιουλίου 1944) και οι άνδρες της μοιράστηκαν σε τρία Τάγματα Πεζικού, με διοικητές τους ταγματάρχες Ιωάννη Καραβία, Σοφοκλή Τζανετή και Ανδρέα Λουτεράκη. Διοικητής του Λόχου Στρατηγείου ορίσθηκε ο λοχαγός Διονύσιος Γρηγορόπουλος. Η Ταξιαρχία μεταφέρθηκε σιδηροδρομικά στη Χάιφα, όπου και επιβιβάστηκε στο ολλανδικό πλοίο “Ρους” (που αποτελούσε τμήμα νηοπομπής), στις 7 Αυγούστου, με προορισμό τον Τάραντα, στον οποίο έφτασε στις 11 Αυγούστου. Εκεί, η μονάδα τέθηκε υπό το Νεοζηλανδικό Εκστρατευτικό Σώμα, που διοικούσε ο στρατηγός Μπέρναρντ Φρέιμπεργκ.
Μετά την άφιξη του πολεμικού εξοπλισμού της, η Ταξιαρχία μετακινήθηκε βόρεια και στις 26 Αυγούστου έφτασε στο Σπολέτο. Υπήχθη τότε στη δύναμη της 2ης Νεοζηλανδικής Μεραρχίας και προχώρησε έως το Ιέζι. Στις 3 Σεπτεμβρίου οι ελληνικές μονάδες τέθηκαν στη διοίκηση της 5ης Καναδικής Τεθωρακισμένης Μεραρχίας (ως εφεδρεία), αντικαθιστώντας την 3η Καναδική Ταξιαρχία. Παράλληλα, διατάχθηκαν να προωθηθούν στη Σάντα Μαρία Πιετραφίτα, η οποία απείχε μόλις 8 χλμ. από τη γραμμή του μετώπου.
Στις 8 Σεπτεμβρίου η Ταξιαρχία αναπτύχθηκε σε παραλιακό τομέα, που εκτεινόταν από το Ριτσιόνε έως την Αδριατική Θάλασσα. Την επόμενη ημέρα η ελληνική μονάδα ξεκίνησε τις επιχειρήσεις, με περιπολική δράση, κατά την οποία συγκρούστηκε με γερμανικά τμήματα που υπεράσπιζαν το χωριό Σαν Λορέντζο, όπου είχε και τις πρώτες της απώλειες. Τις βραδινές ώρες της 14ης Σεπτεμβρίου άρχισε η κύρια δράση της Ταξιαρχίας, την οποία συνέδραμαν διμοιρίες συμμαχικών πολυβόλων και τεθωρακισμένα. Στις 17 Σεπτεμβρίου το αεροδρόμιο του Ρίμινι καταλήφθηκε από τις ελληνικές δυνάμεις, παρά την αντίσταση που προέβαλλαν επίλεκτες γερμανικές μονάδες αλεξιπτωτιστών.
Το πρωί της 21ης Σεπτεμβρίου το ΙΙ Τάγμα της Ταξιαρχίας εισήλθε πρώτο (πριν από τους Καναδούς) στην πόλη του Ρίμινι και υποχρέωσε τον αντίπαλο σε υπογραφή Πρωτοκόλλου Παράδοσης. Την ίδια ημέρα, αργά το απόγευμα, οι συμμαχικές μονάδες (Καναδοί και Νεοζηλανδοί) απέδωσαν τιμές στη σημαία του Τάγματος, για την επιτυχία του. Οι συνολικές ελληνικές απώλειες στη μάχη του Ρίμινι έφτασαν σε 116 νεκρούς (εκ των οποίων οι 10 ήταν αξιωματικοί) και 316 τραυματίες (23 αξιωματικοί).
Πηγή: rethemnosnews