Ρέθυμνο
Το εργοστάσιο της Creta Farms στο Ρέθυμνο δεν πρέπει να κλείσει
Η διαμόρφωση συνθηκών ισόρροπης ανάπτυξης στην Κρήτη με ενίσχυση και άλλων παραγωγικών κλάδων πέρα από τον τουρισμό είναι βασικό ζητούμενο σήμερα. Άλλωστε τα φαινόμενα μονοσήμαντης εξάρτησης από κλάδους ή προμηθευτές (βλ. Thomas Cook) δημιουργούν κινδύνους αστάθειας, που μπορεί να πλήξουν τη βιωσιμότητα επιχειρήσεων αλλά και την ίδια την τοπική οικονομία.
Στο φόντο αυτό και με νωπά τα όσα έχουν καταγραφεί στο σήριαλ της Creta Farms είναι προφανές ότι οι αποφάσεις των τραπεζών, που πλέον έχουν πάρει την «κατάσταση στα χέρια» τους θα κρίνουν την πορεία μιας ιστορικής βιομηχανίας μεταποίησης στην Κρήτη, (από τις λίγες που έχει το νησί ), που συμβάλλει αποφασιστικά στο παραγωγικό μίγμα της.
Σημειώνεται ότι η Creta Farms, μια αμιγώς ελληνική εταιρεία που ξεκίνησε το 1970 από την Κρήτη, μέχρι και πριν ξεσπάσει η εσωτερική κρίση ήταν μια κορυφαία εταιρία στην αγορά αλλαντικών και ο μεγαλύτερος παραγωγός χοιρινού κρέατος στην Ελλάδα. Αποτελεί, δε, μια ελληνική καθετοποιημένη εξαγωγική εταιρεία με δύο μεγάλες παραγωγικές μονάδες και με εκτροφεία ζώων υψηλής ποιότητας και φροντίδας.
Ανταγωνιστικό πλεονέκτημα της εταιρείας αποτελεί η καινοτομία που έχει εισαγάγει στον κλάδο τροφίμων, αντικαθιστώντας το ζωικό λίπος με εξαιρετικό παρθένο ελαιόλαδο. Από το 2001, στην Ελλάδα έχει αποσπάσει 17 πατέντες, παράγοντας καινοτόμα, υψηλής διατροφικής αξίας προϊόντα με την επωνυμία «Εν Ελλάδι» και στο εξωτερικό με την επωνυμία «Oliving». Αυτά μάλιστα, όπως αναφέρουν πληροφορίες, αποτιμώνται με σεβαστά ποσά και δίνουν ένα «όπλο» στην προσπάθεια επανεκκίνησής της. Ο ετήσιος τζίρος της εταιρείας ξεπερνούσε μάλιστα τα 100 εκατ. ευρώ έχοντας 700 εργαζόμενους.
Τούτων δοθέντων είναι εύκολα κατανοητό ότι η συνέχιση της παραγωγικής δραστηριότητας της εταιρίας είναι κομβικό θέμα για την Κρήτη και κάτι που θα πρέπει να ληφθεί υπόψη στις διαδικασίες που είναι ante portas με τους υποψήφιους επενδυτές. Πέρα από τις θέσεις εργασίας, την ανάπτυξη σε επίπεδο δευτερογενούς τομέα της οικονομίας δραστηριότητας, την έρευνα και την ανάπτυξη η συνέχιση της παρουσίας της Creta Farms μπορεί να στηρίξει και την τοπική τουριστική βιομηχανία, καθώς θα έχει δίπλα της έναν αξιόπιστο προμηθευτή.
Αναπόφευκτα, έτσι, τίθεται το θέμα του ποιος εκ των υποψηφίων επενδυτών που θα καταθέσουν δεσμευτικές προσφορές έχουν τη βούληση και τη δυνατότητα να κρατήσουν την παραγωγή στο Ρέθυμνο και να κάνουν και πάλι την Κρήτη εξαγωγικό κόμβο στα αλλαντικά και στα προϊόντα κρέατος. Κι αυτό την ώρα που η συγκυρία του προβλήματος της Ceta Farm της άφησε περιθώρια να κερδίσει μερίδιο της αγοράς και ουσιαστικά να βγει ωφελημένη.
Σύμφωνα πάντως με πληροφορίες ενδιαφέρον για την εταιρία έχουν ο όμιλος Θεοδορώπουλου (Chipita – ΝΙΚΑΣ), η Impala Invest του Δημήτρη Bιτζηλαίου, η HIG, η Lime Capital Partners, ιδιοκτήτρια της Δωδώνης και ο όμιλος Θ. Δουζόγλου.
Από τους φερόμενους που έχουν εκδηλώσει ενδιαφέρον εταιρία ΝΙΚΑΣ έχει ήδη μεγάλη παραγωγική μονάδα στην Αθήνα, που ναι μεν έχει πεπαλαιωμένο εξοπλισμό αλλά είναι σε θέση μεταφέροντας εξοπλισμό να ενισχυθεί παίρνοντας παράλληλα νέα brands. Κάτι που ίσως σημάνει και τη αδρανοποίηση της μονάδας στο Πάνορμο.
Από την άλλη η Impala, με μεγάλη διεθνή εμπειρία στα αλλαντικά, φέρεται να ενδιαφέρεται ζωηρά να «αναστήσει» το εργοστάσιο στο Ρέθυμνο αποκτώντας παραγωγική βάση στο νησί και στη Νότια Ελλάδα με αιχμή τουριστικές ζώνες αιχμής.
Οι δε άλλοι ενδιαφερόμενοι όπως η Lime Capital Partners αν και δε διαθέτουν εμπειρία στον κλάδο φιλοδοξούν να παίξουν ρόλο ενώ τέλος ο επενδυτής Θ. Δούζογλου με μεγάλη έκθεση σε ακίνητα φέρεται να στηρίζει την πλευρά Κ. Δομαζάκη.
Οι επόμενες πάντως μέρες είναι κρίσιμες καθώς θα καταγραφεί ποιοι θα δώσουν δεσμευτικές προσφορές με εγγυήσεις συνέχισης της παραγωγής που είναι για την Κρήτη το πλέον σημαντικό.
Πηγή: zarpanews