ΚΡΉΤΗ
«Φορτσάρουν» οι εμβολιασμοί στην Κρήτη: Πολύ μπροστά τα Χανιά και το Λασίθι – Τι ισχύει για Ρέθυμνο και Ηράκλειο
Οι εμβολιασμοί στην Κρήτη «προχωρούν» με ταχύτατους ρυθμούς, σύμφωνα με τα όσα υποστήριξε μιλώντας στον Περιφερειακό Τηλεοπτικό Σταθμό CRETA και τη Μαρία Μπινιχάκη, ο καθηγητής πνευμονολογίας Νίκος Τζανάκης.
«Τα Χανιά και το Λασίθι είναι πολύ μπροστά στους εμβολιασμούς, περίπου 5-6 ποσοστιαίες μονάδες υψηλότερα από τον μέσο όρο της Ελλάδα, ενώ από το Ηράκλειο και το Ρέθυμνο υπολείπονται 1-2 εκατοστιαίες μονάδες για να φτάσουν τον μέσο όρο της χώρας», εξήγησε ο κ. Τζανάκης, υποστηρίζοντας ότι η Κρήτη δεν είναι πλέον πίσω στους εμβολιασμούς κατά του κορωνοϊού.
Σύμφωνα με τον ίδιο, είναι δυσεξήγητο το πως κάποιος που προσφέρει υπηρεσίες υγείας δεν επιθυμεί να εμβολιαστεί, θέτοντας σε κίνδυνο τον εαυτό του και κατ’ επέκταση τους ασθενείς που αναλαμβάνει.
«Το σύνθημα ότι είναι υπέρ του εμβολιασμού αλλά κατά της υποχρεωτικότητας είναι κατά τη γνώμη μου, τουλάχιστον αντιφατικό και δεν έχει καμία εξήγηση. Το θέμα της υποχρεωτικότητας είναι μια μεθοδολογία εκείνων που ασχολούνται με τα θέματα της δημόσιας υγείας. Εάν εκείνοι κρίνουν ότι η υποχρεωτικότητα θα προσδώσει ασφάλεια στο κοινωνικό σύνολο, θα πρέπει να αποφασιστεί για συγκεκριμένες κοινωνικές ομάδες. Μου κάνει εντύπωση πως αυτή η επιστημονική άποψη αποτελεί πεδίο πολιτικής αντιπαράθεσης και συνδικαλιστικής δράσης», υποστήριξε ο καθηγητής.
Παράλληλα τόνισε ότι είναι δύσκολο να επιτευχθεί το επιθυμητό τείχος ανοσίας, αφού οι περισσότεροι ενήλικες από 20 έως 35 ετών υποστηρίζουν θεωρίες κατά του εμβολιασμού, όπως ότι δεν κινδυνεύουν, ότι τα εμβόλια είναι πειραματικά ή ότι δεν είναι ασφαλή. «Το 50% – 60% των ηλικιών αυτών δε θέλει να εμβολιαστεί και έτσι τα πανδημικά κύματα θα εξελίσσονται και το τείχος ανοσίας θα επιτευχθεί μόνο αν κολλήσουν όλοι αυτοί κορωνοϊό. Τα όσα υποστηρίζουν βέβαια είναι επιχειρήματα υποκρισίας».
Ο κ. Τζανάκης εξήγησε ότι το εμβόλιο δεν είναι πειραματικό, χαρακτηρίζοντας μάλιστα την άποψη αυτή ως έσχατη παραπληροφόρηση. «Προχώρησε γρήγορα, λόγω της τεχνολογίας, των χρημάτων που δόθηκαν και των κοινών προσπαθειών. Κάποιοι πιστεύουν ότι δεν κινδυνεύουν, δεν γνωρίζουμε όμως τι θα τους αφήσει μακροχρόνια αυτή η νόσος. Το 2% όσων έχουν νοσήσει, έχουν επιπτώσεις σε μακροχρόνια βάση», ανέφερε κλείνοντας ο καθηγητής.
Πηγή: creta24