Κόσμος
Σε πιάνει η ψυχή σου βλέποντας εικόνες από την κατεχόμενη Αμμόχωστο…
Το άνοιγμα του παραλιακού μετώπου της Αμμοχώστου, έφερε στο φως – όχι για πρώτη φορά – την βαρβαρότητα της τουρκικής κατοχής με την ομηροποίηση μιας πόλης που έως και πριν 46 χρονια αποτελούσε στολίδι του νησιού και της Μεσογείου.
Ο φωτογραφικός και ο κινηματογραφικός φακός χτύπησε σαν μαστίγιο στις μνήμες των ανθρώπων που αντίκρισαν τα τσιμεντένια κουφάρια, τα λεηλατημένα σπίτια, τις αποθήκες των πλιατσικολόγων και την αδιαφορία για ότι ο σύγχρονος κόσμος ονομάζει πολιτιστική κληρονομιά.
Δείτε το σχετικό βίντεο της ΕΡΤ:
Το ερειπωμένο Λύκειο Ελληνίδων Αμμοχώστου που είχε μετατραπεί σε αποθήκη ρουχισμού που ακόμα βρίσκεται εκεί σαν τεκμήριο του εγκλήματος, τα ξηλωμένα από κάθε αξιοποιήσιμο υλικό σπίτια και ξενοδοχεία και η καταστροφή της ελληνικής ταυτότητας της πόλης είναι μάρτυρες στην δίκη της Τουρκίας, όταν αυτή θα κάτσει στο εδώλιο της ιστορίας. Μιας Τουρκίας που δεν έβαλε έστω μια πέτρα πάνω στην άλλη, αλλά απλώς κατέστρεψε και ισοπέδωσε ότι βρήκε μπροστά της.
«Επτά φορές ετοιμάσαμε βαλίτσες»
Ο δημοσιογράφος Κώστας Ζαχαριάδης, είναι ένας από τους χιλιάδες Βαρωσιώτες που πριν 46 χρόνια πήρε δυο πράγματα από το σπίτι που γεννήθηκε και έφυγε από το σπίτι του στην Αμμόχωστο με τη βεβαιότητα ότι σε λίγες μέρες θα επέστρεφε.
«Ήμουν 16 χρονών. Τον Αύγουστο με την δεύτερη εισβολή όταν έσπασε το μέτωπο της Μια Μηλιάς έξω από τη Λευκωσία, τα τουρκικά στρατεύματα άρχισαν να κατευθύνονται προς την Αμμόχωστο. Εμείς μέναμε σε μικτή γειτονιά της Αμμοχώστου και είχαμε φύγει. Είχαμε πάει στο Κάτω Βαρώσι για περισσότερη ασφάλεια. Άρχισαν να καταφθάνουν κυνηγημένοι δικοί μας στρατιώτες με φορτηγά λέγοντας στο κόσμο: ‘Φύγετε, έρχονται οι Τούρκοι από πίσω μας’. Προκλήθηκε πανικός και ο κόσμος όπως – όπως άρχισε να εγκαταλείπει την πόλη με ότι έβρισκε. Εμείς μπήκαμε σε ένα αμάξι 11 άτομα για να φύγουμε».
Ο Κώστας Ζαχαριάδης θυμάται τις πρώτες μέρες της προσφυγιάς, που έγιναν μήνες, χρόνια, δεκαετίες… μια ζωή.
«Δεν πήρε κανένας τίποτα μαζί του. Λίγα ρούχα μόνο γιατί η αίσθηση που υπήρχε ήταν ότι οι Τούρκοι δεν θα έμπαιναν στην Αμμόχωστο γιατί η πόλη δεν βρισκόταν στους σχεδιασμούς τους για να τη καταλάβουν. Μπήκαμε στο έδαφος των Βρετανικών Βάσεων στα Κοκκινοχώρια. Σε ένα σπίτι μπορεί να κοιμόμαστε και 200 άτομα. Περάσανε μια – δυο μέρες και δεν βλέπαμε κίνηση του τουρκικού στρατού μέσα στην Αμμόχωστο, καθώς ήμασταν στα κράσπεδα της πόλης και είχαμε οπτική επαφή. Κάποιοι θεώρησαν πως μπορούσαν να επιστρέψουν στα σπίτια τους να πάρουν λίγα πράγματα. Μπαίνοντας στη πόλη περικυκλώθηκαν από Τούρκους στρατιώτες και δεν τους ξαναείδε ποτέ κανείς».
«Θα γυρνούσα στη πόλη που θυμάμαι»
Τα πρώτα χρόνια κανείς δεν πίστεψε ότι η πόλη χάθηκε. «Επτά φορές νομίσαμε πως θα επιστρέψουμε πίσω. Δεν μιλάω για τις συναισθηματικές εξάρσεις που ήταν πολλαπλάσιες. Επτά ήταν οι προτάσεις επιστροφής από το 1978 ως το 2004». Στο ερώτημα αν σήμερα θα έπαιρνε την απόφαση να γυρίσει στην Αμμόχωστο, ο Κώστας Ζαχαριάδης, το σκέφτεται λίγο. «Το σπίτι το δικό μου είναι προσβάσιμο. Πήγα πολλές φορές. Η πρώτη φορά βεβαίως ήταν συγκλονιστική.
Τώρα περνάω από έξω και αισθάνομαι αποστασιοποιημένος. Έχω θύμησες, αλλά έχει και 46 χρόνια που δεν έζησα εκεί. Θα γυρνούσα στην Αμμόχωστο, αν υπήρχε η δυνατότητα να ζήσω σε μια πόλη που θα μου θύμιζε την Αμμόχωστο που έχω στη σκέψη μου. Στη γειτονιά μου δεν θα πήγαινα γιατί έχει αλλοιωθεί. Όλοι οι Βαρωσιώτες αισθανόμαστε προδομένοι γιατί δεν αρπάξαμε την ευκαιρία να πάρουμε την πόλη πίσω όσες φορές είχαμε την ευκαιρία. Τώρα συζητάμε για λίγα μέτρα παραλίας, ενώ είχαμε 7 φορές τη δυνατότητα να επιστρέψουμε. Εγώ προσωπικά θα γυρνούσα και υπό τουρκοκυπριακή διοίκηση, αν όμως η πόλη ήταν αυτή που θυμάμαι».
Πηγή: protothema