Ρέθυμνο
«Έψαχνα να βρω αν υπάρχουν νεκροί»-Πως εντοπίστηκε στο Ρέθυμνο το αγγλικό πολεμικό σκάφος | ΦΩΤΟ
Το εντόπισε στο βυθό, έπειτα από 55 χρόνια, Χανιώτης επαγγελματίας δύτης
Το αεροσκάφος της φωτογραφίας είναι ένα από τα πιο καλοδιατηρημένα Blenheim Mk IV και εκτίθεται στο Μουσείο της Αεροπορίας στο Τατόι.
Είναι ένα από τα αεροσκάφη που είχε παραλάβει η Ελληνική Βασιλική Αεροπορία παραμονές του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου. Παρέμενε βυθισμένο από τον Απρίλιο του 1941 στην περιοχή του Εσταυρωμένου, ανοιχτά του Ρεθύμνου, καθώς είχε χτυπηθεί κατά λάθος από τα αντιαεροπορικά πυρά βρετανικού πλοίου.
Το Bristol Blenheim Mk IVF βρισκόταν στο βυθό για σχεδόν 55 χρόνια έως τη στιγμή που ο Χανιώτης, Σπύρος Παπακαστρίτσιος το εντόπισε στον βυθό, σχεδόν ακέραιο. Ο επαγγελματίας δύτης μίλησε στη «Μηχανή του Χρόνου» και περιέγραψε τις στιγμές του εντοπισμού και της ανέλκυσης του βρετανικού αεροσκάφους. «Έψαχνα να βρω αν υπάρχουν νεκροί» Τον Νοέμβριο του 1991, σε μία από τις καθημερινές του καταδύσεις, ο Σπύρος Παπακαστρίτσιος είδε μία σκιά σε βάθος 17 μέτρων.
«Είδα ένα ολόκληρο αεροπλάνο πάνω στην άμμο. Δεν θα το ξεχάσω. Η εικόνα μου έχει μείνει ανεξίτηλη. Δεν πίστευα στα μάτια μου», λέει στη «ΜτΧ». Στον βυθό του Εσταυρωμένου είχε μόλις εντοπίσει τυχαία το βρετανικό αεροσκάφος. Το μαύρο του χρώμα διέφερε αισθητά από το λευκό χρώμα της άμμου. Φοβήθηκε μήπως μέσα στην άτρακτο υπήρχαν σκελετοί. «Στην πρώτη μου εξερεύνηση έψαξα αμέσως να δω αν υπάρχουν νεκροί», αναφέρει.
Όταν βεβαιώθηκε ότι δεν υπήρχε κάτι τέτοιο, έβαλε σημάδια στο σημείο για να μπορέσει να επανέλθει. Στην επόμενη κατάδυση έβγαλε φωτογραφίες για να τεκμηριώσει το εύρημά του. Αρχικά δεν γνώριζε ότι είχε εντοπίσει ένα ιστορικό αεροσκάφος. Παρότι ήταν βυθισμένο στην περιοχή από το 1941, δεν υπήρχαν αναφορές. Μόνο οι ντόπιοι είχαν κάποιες αόριστες πληροφορίες, χωρίς ωστόσο να γνωρίζουν λεπτομέρειες. Ο δύτης επικοινώνησε με την Πολεμική Αεροπορία για να συνδράμει στην ανέλκυση του αεροσκάφους….
Η ανέλκυση του μπροστινού τμήματος του αεροσκάφους…
Η ανέλκυση από το βυθό του Ρεθύμνου Η Πολεμική Αεροπορία έδειξε ενδιαφέρον για το εύρημα και το 1993 ο Παπακαστρίτσιος οδήγησε στο σημείο μια ομάδα ειδικά εκπαιδευμένων δυτών της ΚΟΣΥΘΕ (Κινητής Ομάδας Συντήρησης Υποβρυχίων και Θαλασσίων Εγκαταστάσεων). Οι αξιωματικοί – δύτες εντυπωσιάστηκαν από την καλή κατάσταση του αεροσκάφους. Το αεροπλάνο ήταν φαινομενικά ανέπαφο από τον χρόνο. Η ακεραιότητα του αεροσκάφους διευκόλυνε την ανέλκυση.
Ωστόσο, υπήρχε ο κίνδυνος να έχουν μείνει βόμβες μέσα στο αεροπλάνο, οι οποίες θα μπορούσαν να εκραγούν με την παραμικρή κίνηση. Ένας άλλος κίνδυνος ήταν ότι παρά την φαινομενικά καλή κατάσταση του αεροσκάφους, ενδεχομένως μια μετακίνηση να προξενούσε ζημιές, κάτι που τελικά συνέβη. Στην πρώτη φάση βεβαιώθηκαν ότι δεν υπήρχαν βόμβες, ενώ στη δεύτερη έσκαψαν βαθιά στην άμμο, προκειμένου να αποκολλήσουν το μεγαλύτερο μέρος του αεροπλάνου που είχε θαφτεί….
Το ουραίο τμήμα του αεροσκάφους κατά τη φάση ανέλκυσης…
Η ανέλκυση έγινε με τη Μέθοδο της Αρχής του Αρχιμήδη, όπως εξήγησε ο Σπύρος Παπακαστρίτσιος στη «Μηχανή του Χρόνου». Ο ίδιος δεν συμμετείχε τυπικά στην ανέλκυση, αλλά βοήθησε. Το αεροπλάνο είχε βάρος τέσσερις τόνους και θα χρειαζόταν 19 μπαλόνια ανέλκυσης. Αυτά θα τα γέμιζαν με αέρα κάτω από την επιφάνεια της θάλασσας, δημιουργώντας συνθήκες άνωσης με δυνάμεις μεγαλύτερες από το βάρος του αεροπλάνου, ώστε να έρθει στην επιφάνεια. Η Πολεμική Αεροπορία δεν διέθετε τόσα πολλά. Γι’ αυτό και ο επαγγελματίας δύτης συνέδραμε στην επιχείρηση, προσφέροντας δικά του μπαλόνια. Όπως θυμάται:
κατέβασαν στον βυθό ένα μεταλλικό σκελετό σε σχήμα σταυρού. Πάνω στη μεταλλική κατασκευή έδεσαν τα μπαλόνια και έδεσαν το αεροπλάνο με ιμάντες. Τα πανιά τα έδεσαν πάνω στο μεταλλικό σκελετό και μετά το ανέλκυσαν
Ο κυβερνήτης βρέθηκε στην ίδια θέση μετά από 55 χρόνια
Η ομάδα δυτών της ΚΟΣΥΘΕ πήγε στο Ρέθυμνο στις 6 Σεπτεμβρίου 1995. Μετά από κοπιαστικές προσπάθειες 40 ημερών, το εύρημα μεταφέρθηκε στο λιμάνι του Ρεθύμνου στις 15 Οκτωβρίου. Στην συνέχεια το αεροπλάνο αποτέθηκε στον βυθό του λιμανιού σε βάθος 6 μέτρων, φρουρούμενο από το Λιμενικό, έως τον Ιούλιο του 1996. Αυτή η χρονική καθυστέρηση των εννέα μηνών και η περίσσεια οξυγόνου στον βυθό του λιμανιού επιβάρυναν την κατάσταση των μετάλλων του αεροπλάνου, με αποτέλεσμα να σπάσει σε δύο τμήματα όταν τελικά βγήκε στην επιφάνεια στις 10 Ιουλίου 1996. Ο Σπύρος Παπακαστρίτσιος παρακολουθούσε την ανέλκυση και όπως λέει: «ήταν μεγάλο λάθος να μείνει τόσο καιρό το αεροσκάφος στον βυθό. Δεν έπρεπε να μείνει μέσα στο λιμάνι για ημέρες. Δεν έπρεπε να σπάσει. Όταν προσπάθησαν να το σηκώσουν από τον βυθό έσπασε.»
O κυβερνήτης Γκόρντον Χολ κάθισε ξανά στην ίδια θέση το 1996 σε τιμητική εκδήλωση στο Πολεμικό Μουσείο στο Τατόι
Το αεροσκάφος μεταφέρθηκε στο Μουσείο Πολεμικής Αεροπορίας, όπου αποσυναρμολογήθηκε και ξεκίνησε σταδιακά ο καθαρισμός του, μια διαδικασία που κράτησε έως το 1998. Στο μουσείο έγινε και μία τιμητική εκδήλωση για τον μοναδικό επιζώντα από το τριμελές πλήρωμα του αεροσκάφους, τον ανθυποσμηναγό, Gordon Hall. Ο πλοηγός και ο πολυβολητής του αεροσκάφους είχαν σκοτωθεί στη διάρκεια του πολέμου.
Το 1996 ο Βρετανός βρέθηκε ξανά στο συναρμολογημένο πλέον αεροσκάφος Blenheim. Μετά από 55 χρόνια κάθισε ξανά συγκινημένος στο ίδιο κάθισμα ως απόστρατος πλέον Σμήναρχος. Η στιγμή απαθανατίστηκε από τις κάμερες και η φωτογραφία του πλέον συνοδεύει το βρετανικό αεροσκάφος στο Πολεμικό Μουσείο. Στον βετεράνο προσφέρθηκε ένα αναμνηστικό άλμπουμ με φωτογραφίες από τις εργασίες ανέλκυσης και συντήρησης του ιστορικού αεροπλάνου, καθώς και μια πλακέτα στην οποία είχε τοποθετηθεί ένα τμήμα από το Blenheim.
Πώς έφτασε το Blenheim MK IV στην Ελλάδα
To 1938 αποκτήθηκαν από την Ελλάδα 12 δικινητήρια βομβαρδιστικά Blenheim MK IV, βρετανικής κατασκευής, τα οποία έδρασαν στις επιχειρήσεις 1940-41 με την 32η Μοίρα Βομβαρδισμού και έδρα τη Λάρισα. Τον Μάρτιο του 1941, η 32η Μοίρα Βομβαρδισμού, για να καλυφθούν οι απώλειες στα ελληνοαλβανικά σύνορα, ενισχύθηκε με 6 Blenheim Mk1, τα οποία προέρχονταν από μοίρες της RAF. Έδρασαν έως τη γερμανική επίθεση τον Απρίλιο του 1941. Μετά την αυτοκτονία του πρωθυπουργού Αλέξανδρου Κορυζή στις 18 Απριλίου 1941, οι συμμαχικές δυνάμεις είχαν αρχίσει να εγκαταλείπουν την ηπειρωτική Ελλάδα για την Κρήτη και την Αίγυπτο. Τα αεροπλάνα της RAF ανέλαβαν τον ρόλο της εναέριας κάλυψης στις νηοπομπές που θα μετέφεραν τα ελληνικά και συμμαχικά στρατεύματα, καθώς θα υποχωρούσαν.
Η λάθος βολή και η διάσωση του πληρώματος
Μια από αυτές τις επιχειρήσεις έλαβε μέρος στις 28 Απριλίου του 1941. Τρία καταδιωκτικά Blenheim της 203 Μοίρας έφυγαν από το Ηράκλειο με αποστολή να προστατεύσουν νηοπομπή τεσσάρων πλοίων που κατευθυνόταν από την Κρήτη στην Αίγυπτο. Όταν τα αεροσκάφη προσπάθησαν να προσεγγίσουν τα πολεμικά πλοία, εφήρμοσαν τον συνθηματικό τρόπο αναγνώρισης. Κατέβασαν δηλαδή το σύστημα προσγείωσης, ενώ παράλληλα αναβόσβηναν τα φώτα, σχηματίζοντας το γράμμα της ημέρας. Τότε ένα από τα αντιτορπιλικά της νηοπομπής έβαλε κατά λάθος εναντίον των φιλικών αεροσκαφών, καθώς από μακριά έμοιαζαν με γερμανικά Γιούνκερς Ju88….
Ο κυβερνήτης Γκόρντον Χολ, ενώ έβλεπε τον δεξιό κινητήρα να φλέγεται, προσπαθούσε να γυρίσει πίσω στο Ηράκλειο. Το αεροσκάφος έχανε συνεχώς ύψος και ενάμισι χιλιόμετρο μακριά από το Ρέθυμνο έπεσε στη θάλασσα, παγιδεύοντας στο πιλοτήριο τον κυβερνήτη. Ένα μέλος του πληρώματος είχε ρίξει τη σωστική λέμβο στη θάλασσα, στην οποία οι τρεις άντρες αναρριχήθηκαν και άρχισαν να κωπηλατούν μέσα στη φουρτουνιασμένη θάλασσα. Προσπάθησαν να προσεγγίσουν τη στεριά μέχρι που είδαν μπροστά τους έναν Κρητικό να κολυμπά και να τους πετά ένα σχοινί. Ο Μάρκος Κουμιωτάκης ήταν ο σωτήρας τους. Αφού πάλεψε με τα κύματα για δύο ώρες κατάφερε να βγάλει σώο το τριμελές πλήρωμα στη στεριά!…
Πηγή: mixanitouxronou.gr