ΚΡΉΤΗ
Η Γαύδος δεν είναι αυτό που νομίζεις…
Ήθελα χρόνια να την επισκεφτώ, χωρίς να ξέρω καλά – καλά τι με τραβούσε σ’ αυτήν. Όσα ακούς, έτσι κι αλλιώς, ανακυκλώνονται γύρω από τις ίδιες φράσεις : απόλυτη ελευθερία, camping, γύμνια.
Δε θέλεις και πολλά για να πειστείς, αυτά θα μπορούσαν να είναι αρκετά.
Τώρα που κατάφερα όμως να βρεθώ για μια εβδομάδα στο μικρό αυτό νησί των Χανίων , μπορώ να πω με σιγουριά πως δεν είναι μόνο αυτά.
Το νησί της Γαύδου έκτασης μόλις 30 τ.χλμ. είναι το νοτιότερο σημείο της Ελλάδας , αλλά και της Ευρώπης. αρκετά μίλια νότια της Κρήτης. Είναι το νησί που η Καλυψώ κράτησε αιχμάλωτο τον Οδυσσέα για 7 χρόνια, η μυθική Ωγυγία, αλλά, ακόμα κι αν αυτό δεν μπορεί να αποδειχτεί, είναι το νησί που κρατάει αιχμάλωτο εμένα, ενδεχομένως και σένα ή άλλους που επισκέπτονται ή σχεδιάζουν να το επισκεπτούν.
Με πληθυσμό μόλις 50 ανθρώπων τους χειμώνες και πολλαπλάσιο τα καλοκαίρια, δεν έχει σοκάκια και μπουκαμβίλιες κι εστιατόρια να σου δώσει, δεν έχει κάστρα ή πολύχρωμα παράθυρα να φωτογραφηθείς, δεν έχει σήμα καλό, δεν έχει σπίτια πολλά, δε βρίσκεις τράπεζα, περίπτερα, ξαπλώστρες, ούτε θα χρειαστείς βαλίτσες με αλλαξιές σε ρούχα και παπούτσια. Έχει άμμο που φτάνει μέχρι τα βουνά, δέντρα που δε σταματούν να απλώνονται ή να ψηλώνουν, νερά που μόνο ονειρεύτηκες και την αίσθηση του εαυτού σου. Είναι το νησί που θα ζούσες για μια μέρα ή για χίλιες και δυσκολεύεσαι να πιστέψεις πως μπήκες κιόλας στον πειρασμό.
Οι ντόπιοι δε σταματούν να στο λένε , σε καλούν να ζήσεις μαζί τους. Ο Νίκος, υπάλληλος σε μια ταβέρνα, μου είπε να πάω να δουλέψω σαν δάσκαλος εκεί τον χειμώνα, 3 μαθητές έχουμε, μου είπε, θα είσαι ο βασιλιάς τους. Εγώ που βασιλιάς δεν ήθελα ποτέ να γίνω, έκατσα για ώρα να σκεφτώ πώς θα’ταν να βρεθώ σ’ αυτόν τον τόπο με άλλη ιδιότητα.
Τη Γαύδο την ήξερα σαν το νησί των 250 και πλέον εξορίστων, που τις δεκαετίες του 1930 κι έπειτα κατοίκησαν το νησί. Ανάμεσα σ’ αυτούς κι ο Άρης Βελουχιώτης, το σπίτι του οποίου, το ‘’παλάτι’’ όπως αναφέρεται ως σήμερα, προσθέτει το δικό του ξεχωριστό ενεργειακό αποτύπωμα στη Γαύδο.
Τώρα πώς γίνεται να θέλεις μόνος σου εκεί να εξοριστείς; Η φωνή των λογικών θα σου μιλάει για τους δύσκολους χειμώνες, για τα αραιά δρομολόγια των καραβιών που τη συνδέουν με την Κρήτη και που εύκολα λόγω καιρού αναβάλλονται, αλλά εσύ προτιμάς να αφοσιώνεσαι στους μοναδικούς ήχους του νησιού : τα κύματα, τον αέρα και τα τζιτζίκια. Γι’ αυτό λοιπόν, τους Λαιστρυγόνας και τους Κύκλωπας μη τους φοβάσαι, έχουν κι εκείνοι Οδυσσέα μαγευτεί σ’ αυτήν εδώ την Ωγυγία.
Θα μπορούσα να μιλήσω για κάθε οικισμό ξεχωριστά, για το μαγευτικό ηλιοβασίλεμα στον Φάρο που όλοι βουβοί θεατές χαμηλώναμε πόντο πόντο το βλέμμα μας ακολουθώντας το, για όλους τους δρόμους και μονοπάτια που περπάτησα που μύριζαν ανθισμένο θυμάρι που τρύπωνε στο μυαλό σου, για το Σαρακίνικο που έκανα την πρώτη μου βουτιά στο νησί και το τελευταίο νυχτερινό μπάνιο κάτω από έναν ουρανό πιο αστροφωτισμένο κι από μεγαλούπολη τη νύχτα, για τον Αη Γιάννη με τους αμέτρητους θαλασσόκεδρους και τα πεύκα, για τον απομονωμένο Λαβρακά και το αίσθημα ότι ο κόσμος έκλεισε πια πίσω μας ή για τον Πύργο, τη δική μου αγαπημένη παραλία, που εκεί στην καστανή της άμμο πάνω κοιμήθηκα και ξύπνησα κι αγκάλιασα νερό όπως ποτέ ξανά.
Είναι όλα μαγικά πια στο μυαλό μου, αλλά σας είπα πριν, είμαι αιχμάλωτος και πώς να δραπετεύσω.
Το γεγονός ότι έφυγα πριν λίγες μέρες τίποτα δεν αφαιρεί από αυτή μου την αιχμαλωσία. Δεν περνά μέρα που να μη φέρνω στον νου τη μέρα που επισκέφτηκα την Τρυπητή, τη μέρα που ξεκινήσαμε από τα Βατσιανά, το μικρό αυτό χωριό της Γαύδου, γνωρίζοντας εξαρχής ότι κάπως θα κουραστούμε και πήραμε το μονοπάτι πεζοπορώντας μέσα σε πεύκα, ελιές, κάποιες λιγοστές εγκαταλειμμένες αγροικίες και την απέραντη αίσθηση της μοναξιάς.
Βλέπαμε συνεχώς τη θάλασσα, μια πράσινη έκταση που μας καλούσε κι αυτό σίγουρα αφαιρούσε από τη δυσκολία της κατάβασης. Όταν τελικά φτάσαμε στην παραλία, κολυμπήσαμε στα πράσινα νερά του εξωτικού αυτού παραδείσου βλέποντας τον βράχο της Τρυπητής, το κομμάτι γης με τις τρεις φυσικές καμάρες, τις Καμαρέλες, που πάνω εκεί 6-7 Ρώσοι , πυρηνικοί επιστήμονες ως επί το πλείστον, το 1986 ερχόμενοι από τον όλεθρο του Τσερνόμπιλ έχτισαν μια καρέκλα, για να ατενίζουν τον κόσμο που απέμεινε μετά τη δική τους καταστροφή.
Σ’ αυτή τη διάσημη καρέκλα ήθελα χρόνια να βρεθώ, να νιώσω με τα μάτια μου το Λιβυκό πέλαγος κι όταν το έκανα ήξερα ότι ήταν το σωστό για μένα. Λίγες φορές νιώθεις τόσο μικρός ή τόσο μεγάλος στη ζωή σου, τόσο χαμένος στη φύση ή τόσο κερδισμένος. Εκεί, στο τέρμα της Ευρώπης, στην πινέζα του χάρτη, ξεκινά μια άλλη ελευθερία, που δεν είναι σίγουρο ότι την αντέχεις· αλλά αποκλείεται να μη σε συνταράξει.
Έφυγα από τη Γαύδο ξέροντας ότι θα επιστρέψω, σ’ αυτή τη γη που ανταμείβει κάθε φορά τον Οδυσσέα και κουβαλώ τόσες μέρες μαζί μου ένα τεράστιο χαμόγελο και την σκέψη πως η Γαύδος δεν είναι αυτό που νομίζεις, είναι αυτό, που θα έλεγαν και οι Κρητικοί, που νιώθεις, που γνωρίζεις δηλαδή βαθιά μες στην ψυχή σου.
Πηγή: travelvibe.eu, Marios Mazaris