Ρέθυμνο
«Κοριτσάκι μου, γιατί δεν ανεβαίνεις πάνω να σε δω λιγάκι;»
Πριν από ένα μήνα μπήκα στο πλοίο από Πειραιά για Χανιά. “Τώρα που θα πας κάτω, να μου τους φιλήσεις όλους”, η φίλη μου η Καλλιόπη στο τηλέφωνο, να δίνει σαφή εντολή. Δεν πρόλαβα. Την επόμενη μέρα όλα άλλαξαν. Ο κορονοϊός μπήκε απρόσκλητος στις ζωές μας.
Γράφει η Μαριάννα Τζιράκη για το Daynight.gr
Πότε πέρασε ο καιρός δεν το κατάλαβα. Τι μου έλειψε περισσότερο δεν το συνειδητοποίησα. Δεν είχα καιρό να σκεφτώ. Έχω γεννηθεί αισιόδοξη. Θα τελειώσει ο εφιάλτης.
Τήρησα την καραντίνα δίχως να έχω πολλές επαφές εκτός σπιτιού. Λίγο η επιστροφή στην Κρήτη, λίγο η οικογένειά μου, με βοήθησαν να νιώσω επιτέλους ήρεμη. Το τηλέφωνο έγινε βέβαια η προέκταση του χεριού μου και έτσι προσπαθούσα να μηδενίζω τις αποστάσεις. Κάπου μέσα στα πολλά τηλεφωνήματα ήταν μια φωνή που δεν μπορούσα να αντισταθώ.
Η φωνή της γιαγιάς. Η Σοφία μου…
Κάθε χρόνο, η Μεγάλη εβδομάδα είναι συνυφασμένη με εκείνη. Το στασίδι στην εκκλησία των 4 Μαρτύρων αποτελεί το καθορισμένο ραντεβού μας από την Μ. Τετάρτη για το ευχέλαιο. Τα κουλούρια που έφτιαχνε σε μεγάλες λεκάνες για να τα μοιράσει σε όλα τα παιδιά και τα εγγόνια της, τα αβγά, οι φωνές της όταν τσιμπούσαμε τσουρέκι κρυφά στην κουζίνα, όλα καταγεγραμμένα στον σκληρό δίσκο του εγκεφάλου μου.
“ Μαριαννιώ, έφυγες στην Αθήνα και με ξέχασες. Δεν ήρθες να με δεις”. Τα πειράγματα μας στο τηλέφωνο της κάνουν καλό. Κάνει νάζια και το ξέρω. Δεν την λέω γιαγιά. Είναι το κορίτσι μου. “Θα έρθω να σε δω!”
Αλλιώτικη αυτή η εβδομάδα. Η Πίστη- όπως την ορίζει ο καθένας, φάνηκε σε όλο της το μεγαλείο. Έξω, η πόλη να ξυπνάει, να ανθίζει, να μοσχοβολά ανθούς και τσουρέκια και εμείς μέσα. Εκεί. Να επιμένουμε στην τήρηση των κανόνων γιατί του χρόνου θέλουμε να αγκαλιαστούμε σφιχτά με όσους αγαπάμε.
Μ. Δευτέρα, Μ. Τρίτη, Μ. Τετάρτη… Βάλαμε ψαλμούς στην τηλεόραση μπας και νιώσουμε λίγη κατάνυξη. Δεν είναι το ίδιο. Έφτασε Μ. Πέμπτη και από το πρωί φροντίσαμε να βράσουμε τα αυγά σπίτι και μετά τα βάψαμε ολοκόκκινα. Τα μισά για εμάς και τα μισά για εκείνη, να τα στολίσει στην τραπεζαρία.
Μ. Παρασκευή ετοιμάσαμε το “πεσκέσι” με τα Πασχαλινά τσουρέκια, τα κουλούρια, τα κόκκινα αυγά και κάτι ψώνια. Χωρίς δεύτερη σκέψη το γράπωσα: “Αυτά θέλω να τα πάω εγώ στη γιαγιά”. Έστειλα το 4 και έφυγα…
Το Ρέθυμνο ήταν μουδιασμένο. Επέλεξα τον πιο μοναχικό δρόμο, από την μεριά του λεγόμενου “Ποταμού”, το ρέμα “Συνατσάκη” και μετά ίσια κάτω για να βγω προς την λεωφόρο Κουντουριώτη.Έκανα μια μικρή παράκαμψη για να πάρω γλυκό για το αναστάσιμο δείπνο από τον κύριο Νίκο τον Σκαρτσιλάκη στην οδό Παλαιολόγου στην παλιά πόλη.
Από την μια χαίρομαι γιατί οι πολίτες είναι υπάκουοι, από την άλλη το στομάχι μου δέθηκε κόμπος. Πού είναι όλοι; Άρχισα να τραβάω φωτογραφίες για ενθύμιο. Να έχω να θυμάμαι τις εποχές που ήρθαν. Στις βιτρίνες κολλημένα τα γνωστά χαρτιά “Μέχρι νεωτέρας” & “Μένουμε σπίτι”.
Δεν ήθελα να μπω σε παραπάνω σκέψεις. Συνέχισα να προχωράω. Έφτασα μέχρι την πλατεία στην οδό Δημητρακάκη. Ανεβαίνω τις σκάλες. Αφήνω την τσάντα προσεκτικά κάτω και χτυπάω την πόρτα.
“Ποιος είναι;”
“Βγες στο μπαλκόνι να σε δω!”
“Μικιό, ήρθες!”
Μεγάλωσε το κορίτσι μου. Τα λευκά μαλλιά είχαν μακρύνει. Οι γλάστρες στην βεράντα της είχαν ανθίσει. Μιλήσαμε για λίγο.
“Έλα μέσα να σου δείξω πού θα βάλω τα αυγά”. Την άφησα να ανοίξει λίγο την πόρτα. Τα μωσαϊκά της, το θυμιατό της.
“Μα μπες μέσα!”
Μαχαιράκι στην καρδιά.
“Δεν μπορώ κορίτσι μου. Γιαγιά, δεν μπορώ να μπω μέσα. Καλή Ανάσταση! Σε λίγο καιρό θα είμαστε μαζί”.
Εύχομαι να μην της αρνηθώ κάτι τέτοιο ξανά…
Στο δρόμο της επιστροφής κατέβηκα στο παλιό λιμάνι στον φάρο.
Στο βάθος φαινόταν ο Ψηλορείτης.
Τα χιόνια έχουν αρχίσει να λιώνουν.
Σημάδι…
Χριστός Ανέστη!
ΣΧΟΛΙΑ
Το Daynight.gr σέβεται απόλυτα το δικαίωμα σας στην ελεύθερη γνώμη στο πλαίσιο πάντα ενός κόσμιου διαλόγου. Τα σχόλια που ακολουθούν εκφράζουν και απηχούν αποκλειστικά τον αναγνώστη/ρια και το Daynight.gr διατητηρεί το δικαίωμα να μην αναρτά ή/και να διαγράφει απρεπή, υβριστικά και διαφημιστικά σχόλια.